Η Ελλάδα αρχίζει και μπαίνει πολύ έντονα στο επίκεντρο των επενδυτών της αγοράς ομολόγων, λόγω των κρίσιμων αποφάσεων που πρέπει να λάβει η ΕΚΤ σε ό,τι αφορά την ποσοτική χαλάρωση μετά το τέλος του PEPP, τη στιγμή που όλα τα ομόλογα διεθνώς έχουν μπει σε μία φάση έντονης μεταβλητότητας με απότομες κινήσεις οι οποίες εξαρτώνται από τις προσδοκίες που δημιουργούνται και που αλλάζουν γρήγορα, σχετικά με τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών και το πόσο μακρύς είναι ο δρόμος προς τις αυξήσεις επιτοκίων, καθώς και με την εξέλιξη της πανδημίας. Τον τελευταίο μήνα έχουν δει το sell-off να μετατρέπεται σε ράλι και αντίστροφα, με τα στοιχήματα για τα επιτόκια να ενισχύονται μετά να ανατρέπονται και μετά να… ανατρέπονται και πάλι, ενώ η είδηση για τα νέα «λουκέτα» στις οικονομίες στην Ευρώπη, όπως στην Αυστρία, λόγω της έξαρσης της πανδημίας οδήγησε την Παρασκευή σε νέα βουτιά στις αποδόσεις των ομολόγων.

Με αυτά τα δεδομένα, και με τον πληθωρισμό να συνεχίζει να εκτοξεύεται και να αναμένεται να κορυφωθεί τον Νοέμβριο, η ΕΚΤ αυτές τις ημέρες – και ενόψει της 16ης Δεκεμβρίου όπου και συνεδριάζει για τελευταία φορά για το τρέχον έτος και θα πρέπει να έχει στα χέρια της σημαντικές αποφάσεις – μαθαίνουμε πως εξετάζει «στενά» την περίπτωση της Ελλάδας…

Είναι λογικό συνεπώς, οι διεθνείς επενδυτικοί οίκοι να δίνουν τις εκτιμήσεις τους για το θέμα Ελλάδα, και – ευτυχώς για εμάς – σπρώχνουν ουσιαστικά την ΕΚΤ να πράξει «σωστά» και να μην εγκαταλείψει τη χώρα. Άλλωστε η επενδυτική βαθμίδα η οποία αυτόματα βάζει την Ελλάδα σε όποια στήριξη ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ ισχύσει, είναι ελάχιστα μακριά, έως το α’ εξάμηνο του 2023, ένα διάστημα κατά τη διάρκεια του οποίου έτσι και αλλιώς η ΕΚΤ θα «αγοράζει» Ελλάδα μέσω του προγράμματος επανεπενδύσεων των ομολόγων που αγοράστηκαν υπό το PEPP και που λήγουν, που θα ισχύσει μετά τη λήξη του PEPP και έως τα τέλη του 2023

Η Capital Economics χαρακτηρίζει συνεπώς, αχρείαστο λάθος εάν η ΕΚΤ δεν συνεχίσει να στηρίζει τα ελληνικά ομόλογα. Δεδομένου του πολύ υψηλού επιπέδου του ελληνικού δημόσιου χρέους και των πιθανών αυξήσεων στις αποδόσεις των ομολόγων της χώρας καθώς και άλλων ανεπτυγμένων οικονομιών που αναμένεται να σημειωθούν το επόμενο έτος, εάν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εξαιρέσει τελικά την Ελλάδα από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που θα ισχύσει μετά τη λήξη του PEPP,  θα μπορούσε να προκαλέσει σημαντική διεύρυνση των spreads, όπως τονίζει ο οίκος. «Αυτό θα ήταν ένα αχρείαστο λάθος, το οποίο η ΕΚΤ θα ήθελε να αποφύγει», εκτιμά ο οίκος ο οποίος και θεωρεί πως η συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα που θα διαδεχθεί το PEPP είναι συνεπώς βέβαιη και θα είναι το βασικό χαρακτηριστικό που θα κληρονομήσει το «κανονικό» QE. Σε κάθε περίπτωση, όπως αναφέρει, με βάση και τις αξιολογήσεις της Ελλάδας από τους οίκους, αυτή η «εξαίρεση» από τους ισχύοντες κανόνες μπορεί να μην χρειάζεται για πολύ.

Η ΕΚΤ αναμένεται να αποτελέσει και πάλι ένα ισχυρό “όπλο” για ελληνική οικονομία η οποία και θα διατηρήσει τη θετική δυναμική που έχει χτίσει, όπως εκτιμά από την πλευρά της η Societe Generale. Εάν σταματήσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα, θα μπορούσε να υπάρξει αστάθεια και το spread του 10ετούς να διευρυνθεί σημαντικά, κάτι που δεν θα το θέλει η ΕΚΤ έτσι και αλλιώς. Κατά την άποψη της γαλλικής τράπεζας, θα ήταν έκπληξη για την ΕΚΤ να αφήσει στην άκρη την Ελλάδα, κάτι που θα ήταν αντίθετο με τον στόχο της αποφυγής οποιουδήποτε κατακερματισμού εντός της ευρωζώνης. “Αν και είναι πιθανό να υπάρχουν διαφωνίες από κάποια μέλη του Δ.Σ. της, ωστόσο, για να αποφευχθεί ο κατακερματισμός στην ευρωζώνη, η ΕΚΤ θα αποφασίσει τη συνέχιση της στήριξης”, σημειώνει χαρακτηριστικά.

Κατά την SocGen, οι επιλογές της ΕΚΤ είναι  η προσθήκη ευελιξίας στα κριτήρια του κανονικού QE, του APP, έτσι ώστε να συμπεριληφθεί σε αυτό και η Ελλάδα, ή η ενεργοποίηση ενός προσωρινού φακέλου που να περιλαμβάνει ελληνικά ομόλογα. Αντί να συμπεριλάβει την Ελλάδα απευθείας στο APP, η ΕΚΤ θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα νέο ειδικό φάκελο για να αποτρέψει τις αναταραχές στην αγορά (συμπεριλαμβανομένης της διεύρυνσης του spread ομολόγων).

Από την πλευρά της η ING εμφανίζεται αισιόδοξη ότι τα νέα για την Ελλάδα από την ΕΚΤ θα είναι καλά το επόμενο διάστημα, στηρίζοντας έτσι την πορεία των ελληνικών ομολόγων. Η ολλανδική τράπεζα αναμένει ότι το ντιμπέιτ στην ΕΚΤ θα αφορά τα ακόλουθα θέματα αυτό το διάστημα: την επέκταση PEPP πέραν του Μαρτίου 2022, το πώς θα αποφευχθεί το φαινόμενο της αναταραχής στις αγορές, και εάν χρειάζεται ένα πρόγραμμα QE στην εποχή μετά την πανδημία για να επαναφέρει τον πληθωρισμό με βιώσιμο τρόπο στο 2%.

Κατά την άποψή της, η ευκολότερη λύση θα ήταν η σταδιακή απόσυρση των αγορών ομολόγων υπό το PEPP από τον Ιανουάριο του επόμενου έτους, ενδεχομένως με την εισαγωγή ενός νέου τρίτου προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων για τη διατήρηση της ευελιξίας του PEPP, επιτρέποντας στην ΕΚΤ να συνεχίσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα.

Οι πιθανότητες της Ελλάδας για αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας θα βελτιωθούν εάν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συνεχίσει να αγοράζει τα κρατικά ομόλογα της χώρας πέρα από την αναμενόμενη ολοκλήρωση του προγράμματος PEPP τον ερχόμενο Μάρτιο, αλλά αυτό δεν είναι βέβαιο, όπως εκτιμά η Scope Ratings. Σύμφωνα με τον οίκο, πάντως, όποιο κι αν είναι το άμεσο μέλλον για τα προγράμματα αγοράς ομολόγων, η Ελλάδα θα συνεχίσει να επωφελείται από τις καινοτομίες που εισήγαγε η ΕΚΤ κατά τη διάρκεια της κρίσης, όπως οι ευέλικτες αγορές, οι οποίες είναι πιθανό να ενεργοποιηθούν εκ νέου σε μελλοντικές περιόδους κρίσης.

Κατά την HSCB οι επενδυτές θα κάνουν λάθος ένα σορτάρουν τα ομόλογα της ευρωπεριφέρειας, ό π της Ελλάδας, και ο λόγος είναι ότι υπάρχει πληθώρα καταλυτών οι οποίοι μπορεί να οδηγήσουν σε εκ νέου μείωση των spreads, οι εξής:

Η ΕΚΤ μπορεί να μην είναι τόσο καλή στην επικοινωνία όσο ήταν κάποτε, αλλά εξακολουθεί να είναι υποστηρικτική και να υιοθετεί “ήπια” (dovish) ρητορική. Έχει τη δυνατότητα να παρέμβει αποφασιστικά μέσω του PEPP, εάν το επιλέξει. Όσο περισσότερο διευρύνονται τα spreads τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα να συμβεί αυτό.

Επίσης, οι αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ είναι πιθανό το 2022 να καλύψουν την εκδοτική δραστηριότητα αρκετών χώρων και ειδικά των πιο ευάλωτων, ακόμη και αν λήξει το PEPP τον Μάρτιο. Έτσι, ο τερματισμός του έκτακτου προγράμματος δεν αναμένεται να προκαλέσει τη συνεχή διεύρυνση των spreads.

Τρίτον, ο πληθωρισμός μπορεί να ξεπεράσει το 2% και το διάστημα Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου, αλλά απέχει πολύ από αυτό που έχει διαμηνύσει η ΕΚΤ ως “σήμα” για αύξηση των επιτοκίων, ότι δηλαδή “η πρόοδος στον υποκείμενο πληθωρισμό πρέπει να έχει προχωρήσει αρκετά ώστε να είναι συνεπής με τη σταθεροποίηση του πληθωρισμού στο 2% μεσοπρόθεσμα”. Τα spreads θα συρρικνωθούν και πάλι καθώς η αγορά συνειδητοποιεί το παραπάνω.

Τέταρτον, με πολλούς επενδυτές να έχουν αρκετή ρευστότητα και short θέσεις σε πολλά ομόλογα πλέον, αναμένεται να επιστρέψουν με… φόρα στην αγορά, όταν θεωρηθεί ότι το sell-off έχει ολοκληρωθεί.

Και τέλος, υπάρχουν και οι οίκοι αξιολόγησης οι οποίοι μπορεί να παίξουν σημαντικό ρόλο στο κλίμα στην αγορά ομολόγων, προχωρώντας σε αναβαθμίσεις στο υπόλοιπο του έτους, οι οποίες είναι πιθανές σε κάποιες περιπτώσεις χωρών, στηρίζοντας έτσι τα spreads.

Facebook Comments