Κάθε κοινωνία, σε κάθε εποχή, θέλει να αισθάνεται ότι όσο πεζή και αν είναι η πραγματικότητα και η εποχή που ζει, πως συμμετέχει σε κάτι καλό, κάτι που υπερβαίνει την ανθρώπινη ατομικότητα και συμπονάει το συλλογικό καλό.

Στην εποχή μας αυτού του είδους οι πραγματικές ευαισθησίες είναι προφανές ότι λιγόστεψαν επικίνδυνα αλλά η ανάγκη υπόκρισης ευαισθησίας παραμένει με μια μοναδική κατηγορία θεμάτων η οποία εμμονικά παρουσιάζεται ως η σύγχρονη συμμετοχή στο κοινό καλό.

Από τα μνημόνια και μετά λοιπόν μάθαμε ότι τα πιο σημαντικά πράγματα σήμερα στη ζωή από ηθικής απόψεως είναι να μην παρκάρουμε στις θέσεις των αναπήρων – λες και αυτοί δεν έχουν σημαντικότερα προβλήματα από αυτό-  να μην πετάμε σκουπίδια από το αυτοκίνητο στο δρόμο (τη στιγμή που μεγάλες βιομηχανίες ρυπαίνουν σε απείρως πολλαπλάσιο βαθμό των πλανήτη), μάθαμε πόσο σημαντική είναι η αναδάσωση –ειδικά της Αττικής και όχι άλλων περιοχών της χώρας  -λες και τα δάση που καίγονται δεν αναδασώνονται φυσικά, μάθαμε στα καλά νέα της ημέρας (και πρέπει να χαρούμε μάλιστα με αυτή την είδηση) ότι κυκλοφορούν βιοδιασπώμενα βρακιά, ντε και καλά πρέπει να μας απασχολεί η κλιματική υπερθέρμανση (λες και μπορούμε να κάνουμε κάτι για αυτό) αν υποθέσουμε πάντα ότι πρόκειται για υπαρκτό φαινόμενο. Μάθαμε επίσης ότι η κοινωνική ευαισθησία είναι τα ταξίδια και οι φωτογραφίες με ξυπόλητα αλλά όχι νηστικά παιδιά της Αφρικής (και όχι φυσικά να κάνουμε λίγη παρέα στον μοναχικό ημεδαπό γέροντα).

Οποιαδήποτε πράξη ή ενέργεια πέρα τα συνοπτικά εκτεθειμένα παραπάνω είναι σήμερα κοινωνικά αδιάφορη: Δεν εμπεριέχει καλοσύνη πραγματική εκτός και αν πρόκειται να αγοράσει κανείς ηλεκτρικό αυτοκίνητο για να συμβάλλει στη μείωση της υπερθέρμανσης του πλανήτη και άρα είναι καλός. Πόσοι άραγε μπορούν καν να αγοράσουν τέτοια οχήματα;

Μου είχε κάνει εντύπωση η περίπτωση ενός αλλοδαπού εργάτη σε ένα απομακρυσμένο χωριό της επαρχίας, ο οποίος ως οικονομικός μετανάστης είχε έρθει σε μικρή επαρχιακή κοινωνία και κάθε μα κάθε απόγευμα πήγαινε και έκανε παρέα σε έναν μοναχικό 55χρονο ημεδαπό ο οποίος είχε σοβαρά ψυχικά προβλήματα και είχε μείνει ορφανός και μόνος. Σκέφτηκα άραγε πόσοι άνθρωποι το κάνουν αυτό σε αυτή τη χώρα και πόσο δύσκολο είναι να το κάνουν με δεδομένο ότι στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας μας υπάρχει πλέον έλλειψη ανθρώπων και περίσσευμα μοναξιάς.

Αλήθεια αν σε κάθε ηλικιωμένο ή κατάκοιτο/ανάπηρο ή ψυχικά ασθενή άνθρωπο υπήρχε έστω ένας που μία φορά τη βδομάδα του έκανε παρέα μερικές ώρες δεν θα ταν ο κόσμος μας καλύτερος; Αλλά όχι εμείς πρέπει απλά να μην παρκάρουμε στη θέση του ανάπηρου εκεί τελειώνει το ζήτημα της προσφοράς μας.

Τόσα και τόσα γηροκομεία με τόσους ανθρώπους σε φρικτή μοναξιά και ακόμα περισσότερους κατάκοιτους σε σπίτια (ειδικά στην επαρχία θα το επαναλάβουμε την ξεχασμένη Ελληνική επαρχία και τα νησιά) γιατί κανένας δεν σκέφτηκε αυτούς τους ανθρώπους από τους χιλιάδες αργόσχολους αστούς της καμπάνιας υπέρ της υπερθέρμανσης;

Γιατί τόσες καμπάνιες και διαδηλώσεις για εντελώς ανύπαρκτα θέματα όπως πχ τα δικαιώματα των γυναικών (!) τα οποία έχουν καθιερωθεί πλήρως εδώ και δεκαετίες και έχουν ξεπεράσει ακόμα και τα δικαιώματα των ανδρών.

Γιατί τα κανάλια και οι μεγάλες εταιρείες σπόνσοραρουν προκλητικά ανύπαρκτα κοινωνικά θέματα και δεν οργανώνουν μία καμπάνια που θα διαφήμιζε τη συμμετοχή σε πραγματικά ζητήματα προσφοράς;

Τόσα και τόσα παιδάκια που μαζεύουν κάθε χρόνο να τα πάνε δήθεν για δεντροφύτευση δεν θα μπορούσαν να τα στείλουν σε ένα χωριό να δώσουν λίγη χαρά στους κατοίκους με την επίσκεψή τους;

Γιατί τα άκρα αυτής της χώρας δεν συναντιούνται ποτέ;

To …μυστικό είναι ότι ο ομοιοπαθής δεν μπορεί να βοηθήσει τον ομοιοπαθή. Ο φτωχός δεν μπορεί να βοηθήσει τον φτωχό στα κύρια προβλήματα του, αλλά ούτε και ο βαριεστημένος πλούσιος τον καταθλιπτικό πλούσιο γείτονα του. Δυστυχώς η κοινωνία από το 90 και μετά εχει ορθώσει παντού δυσθεώρητα και αποπνικτικά ταξικά και κοινωνικά σύνορα. Οι νεαρές γυναίκες πχ είναι εξαφανισμένες από την επαρχία και τις λαϊκές γειτονίες και ξαφνικά πλημμυρίζουν τον τόπο στα νυχτερινά κέντρα της πρωτεύουσας μόλις σημάνει η ώρα 2 τη νύκτα της Παρασκευής. Ζούμε πρωτοφανείς κοινωνικές συνθήκες.

Οι άνθρωποι οι οποίοι έχουν περισσότερο ανάγκη από πότε ο ένας τον άλλον και τα ζητήματα τα οποία θα βοηθούσαν την κοινωνία μας να βιώσει την πραγματική προσφορά και αγάπη  υποβαθμίζονται με αυτό τον τρόπο, δηλαδή με την υπερπροβολή ηλίθιοδεστερα ήσσονων ζητημάτων.

Η σύγχρονη επίδειξη καλοσύνης είναι αποκλειστικά αστικής αισθητικής τόσο λόγο του αγελαίου ένστικτου της όσο και της έλλειψης πρακτικής βοήθειας αλλά και ταπεινότητας η οποία είναι χαρακτηριστικά κυρίως των παλιότερων γενιών.

Να τονίσουμε εξαιρετικά σε αυτό το σημείο τις παλιές αυθόρμητες ομάδες προσωπικής εργασίας οι οποίες όπως ακριβώς περιγράφει η λέξη με δικό τους κόπο και χωρίς πληρωμή κατασκεύαζαν τα σοκάκια και τους δρόμους στα χωριά μας και τα νησιά μας σε εποχές που δεν υπήρχε οργανωμένο κράτος να τα φτιάξει.

Τέτοιες δράσεις ακόμα και είναι πρόθυμοι να αναλάβουν αρκετοί άνθρωποι με τη διαφορά ότι σήμερα η σύγχρονη κουλτούρα τους κατευθύνει αντί να κατασκευάσουν μονοπάτια, να φτιάξουν όμορφα πράγματα κλπ να ασχολούνται μόνο με τα σκουπίδια της παραλίας και συναφών γελοιοτήτων.

Είχε έρθει στην αντίληψή μου περίπτωση ενός ανθρώπου με σημαντικά θέματα φτώχειας και  κοινωνικού αποκλεισμού ο οποίος είχε ζητήσει επί σειρά ετών την αρωγή των τοπικών αρχών ώστε να τοποθετηθεί μία στέγη στο σπίτι του που έμπαζε νερά από παντού.

Το ειρωνικό της υπόθεσης είναι ότι υπήρχε όντως πρόθεση να τον βοηθήσουν αλλά η νεοελληνική μίζερη πραγματικότητα τους έκανε να τον τοποθετούν σε δεύτερη προτεραιότητα αναβάλλοντας την υλοποίηση της κατασκευής της στέγης του.

Μέσα στη συλλογική μας παραίσθηση κανείς δεν καταλαβαίνει ότι όντως μπορεί να υπάρχει ένας άνθρωπος ο οποίος δεν έχει στέγη στο σπίτι του και το χειμώνα γίνεται μούσκεμα επειδή θεωρούμε ότι είμαστε μία Δυτική κοινωνία. Κι όμως αυτό ήταν μια πραγματικότητα για τον άνθρωπο αυτό εδώ και 30 χρόνια.

Λίγες μέρες πριν το θάνατο του είχαν ξεκινήσει οι διαδικασίες εγκατάστασης της στέγης του μόνο που αυτός δεν πρόλαβε γιατί έχασε, ειρωνικά, τη ζωή του.

Οι ιστορίες ανθρώπων που έχουν ανάγκη στην Ελλάδα είναι πάρα πολλές και δεν μιλάμε φυσικά μόνο για αυτούς που έχουν προβλήματα όπως χρέη και άλλα συναφή που φόρτωσαν τα μνημόνια.

Πολλοί άνθρωποι θέλουν μία πολύ μικρή βοήθεια ώστε να αποκτήσουν λίγη ασφάλεια, ν αποκτήσουν τα βασικά που λέμε, είτε χρειάζονται λίγη παρέα για να μη νιώθουν μόνοι τους και αυτό και μόνο θα τους έκανε ευτυχείς. Δυστυχώς ακόμα και οι ιδιωτικοί ανθρωπιστικοί φορείς προτιμούν να κάνουν χορηγίες αποκλειστικά σε νομικά πρόσωπα και σχεδόν αποκλείουν τα φυσικά πρόσωπα, εδραιώνοντας μια εποχή δήθεν ευαισθησιών και μηδενικής προσφοράς προς τον πραγματικό άνθρωπο.

Η πραγματικότητα είναι ότι η σύγχρονη τσογλανάρια που σε μεγάλο βαθμό συναποτελεί την Ελληνική κοινωνία επειδή ντρέπεται και να εκφραστεί συναισθηματικά και να ρίξει τα μούτρα της και να νταραβερισθεί με φτωχότερους ανθρώπους τους αποφεύγει και δεν τους χαρίζει ούτε σεντ από το χρόνο της. Αν μπορούσε όμως ενωπιον της κάμερας πάντα να ρίξει μια φτυαριά για την αναδάσωση της Πεντέλης, είμαι σίγουρος ότι θα το έκανε.

Facebook Comments