Με στόχο τη βελτιστοποίηση της ελληνικής αγοράς ομολόγων, τη στιγμή που το ελληνικό Δημόσιο έχει περιορισμένες ανάγκες χρηματοδότησης, κινείται ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους.

Σε αυτό το σχέδιο εντάσσεται και το «γεμάτο» πρόγραμμα δημοπρασιών για επανεκδόσεις υφιστάμενων τίτλων που έχει σχεδιαστεί για το τρέχον έτος, με τουλάχιστον ένα re-opening κάθε μήνα.

Έπειτα από την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και σε συνδυασμό με την υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας καθώς και το ευνοϊκό προφίλ του δημόσιου χρέους, ο ΟΔΔΗΧ θα επικεντρωθεί περισσότερο στο «κτίσιμο» της αγοράς ομολόγων και στην ενίσχυση της ρευστότητας στη δευτερογενή αγορά, παρά σε κινήσεις στην πρωτογενή αγορά με εκδόσεις νέων τίτλων. Έτσι, είναι πιθανή η έκδοση ενός ακόμη μόνο νέου τίτλου, ενώ προχωρά και ο σχεδιασμός για την έκδοση του πρώτου πράσινου ομολόγου της Ελλάδας.

Ήδη από τον πρώτο δίμηνο έτους έχει καλυφθεί το 47% των συνολικών δανειακών αναγκών του 2024 (οι οποίες έχουν τοποθετηθεί στα 10 δισ. ευρώ), με στήριξη και από τον ούριο άνεμο της ισχυρής ζήτησης των επενδυτών για αποδόσεις πριν ξεκινήσουν οι μειώσεις επιτοκίων. Το ιδιαίτερα αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον οφείλεται φυσικά και στο ότι τα ελληνικά ομόλογα έχουν πλέον ένα μεγαλύτερο κοινό επενδυτών και πιο ποιοτικών μάλιστα, λόγω της ένταξής τους στου διεθνείς δείκτες. Είναι χαρακτηριστικό πως στην κοινοπρακτική έκδοση του νέου 10ετους, σημειώθηκε σημαντική μείωση της κατανομής του τίτλου σε hedge funds καθώς έλαβαν μόλις το 5% της έκδοσης, ενώ το 2023 είχαν λάβει το 11% και το 2022 το 13%, τη στιγμή που asset managers και τράπεζες έλαβαν το 90% του νέου 10ετούς, από 74% το 2023 και 79% το 2022.

Στα μέσα Φεβρουαρίου ο ΟΔΔΗΧ πραγματοποίησε διπλή έξοδος στις αγορές με την επανέκδοση μέσω δημοπρασίας των δύο ομολόγων που είχαν εκδοθεί το 2023. Άντλησε 400 εκατ. ευρώ συνολικά, με τα μισά από αυτά να αφορούν την επανέκδοση του 5ετούς ομολόγου σταθερού επιτοκίου 3,875% που εκδόθηκε τον Απρίλιο του 2023 και τα υπόλοιπα την επανέκδοση του 10ετούς ομολόγου σταθερού επιτοκίου 4,25% που εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 2023. Οι συνολικές προσφορές διαμορφώθηκαν σε 1,334 δισ. ευρώ – 623 εκατ. ευρώ για το 5ετές και 711 εκατ. ευρώ για το 10ετές. Η απόδοση για το 5ετές διαμορφώθηκε στο 2,85% από 2,72% στην αντίστοιχη δημοπρασία του Ιανουαρίου και για τον 10ετή τίτλο στο 3,32% από 3,76% στην αντίστοιχη επανέκδοση του Νοεμβρίου του 2023.

Τον Ιανουάριο, στα μέσα επίσης περίπου του μήνα, είχε προηγηθεί η επανέκδοση του 5ετούς ομολόγου του 2023 (και πάλι) η οποία και ήταν η πρώτη κίνηση του Ελληνικού Δημοσίου στις αγορές για το 2024, αρκετές μέρες πριν προχωρήσει στην έκδοση του νέου 10ετούς (30 Ιανουαρίου). Το reopening  διενεργήθηκε με σημαντική υπερκάλυψη και ισχυρή πτώση απόδοσης, με τον ΟΔΔΗΧ να αντλεί 250 εκατ. ευρώ,  τις προσφορές να είναι τετραπλάσιες και να αγγίζουν το 1,086 δισ. ευρώ, ενώ η απόδοση διαμορφώθηκε στο 2,72%, έναντι 3,875% κατά την ημερομηνία της αρχικής έκδοσης. Σημειώνεται πως ο οργανισμός είχε επανεκδώσει τον συγκεκριμένο τίτλο και τον περασμένο Οκτώβριο, με απόδοση 3,85%, αντλώντας 150 εκατ. ευρώ, έναντι προσφορών ύψους 542 εκατ. ευρώ.

Ο ΟΔΔΗΧ έχει ανακοινώσει πρόγραμμα επανεκδόσεων για το α΄ εξάμηνο, μια διαδικασία την οποία και ξεκίνησε πέρυσι και σηματοδοτεί την επιστροφή στην κανονικότητα για την Ελλάδα, με ένα reopening τίτλου κάθε μήνα. Έπειτα από τη διπλή επανέκδοση του Φεβρουαρίου και το reopening του Ιανουαρίου, ακολουθούν επανεκδόσεις στις 20 Μαρτίου, τις 17 Απριλίου, τις 22 Μαΐου και τις 19 Ιουνίου, ενώ το καλοκαίρι θα ανακοινωθεί και το πρόγραμμα του β΄ εξαμήνου.

«Tο πιο δύσκολο έργο που έχουμε να αντιμετωπίσουμε είναι το πώς να παρέχουμε προσφορά τίτλων και πώς να βελτιώσουμε τη ρευστότητα στη δευτερογενή αγορά, εάν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας θα είναι πολύ μικρές για μεγάλο χρονικό διάστημα», σημείωσε ο γενικός διευθυντής του ΟΔΔΗΧ Δημήτρης Τσάκωνας στο GlobalCapital. Για τα επόμενα 50 χρόνια, κατά μέσον όρο, οι ακαθάριστες δανειακές ανάγκες της Ελλάδας θα κινούνται στο 5,8% του ΑΕΠ.

Από τα 18,999 δισ. ευρώ των συνολικών δανειακών αναγκών της χώρας φέτος, τα 12 δισ. ευρώ αφορούν πρόωρες αποπληρωμές – όπως η μείωση του αποθέματος εντόκων κατά περίπου 2 δισ. ευρώ, οι περαιτέρω πρόωρες πληρωμές δόσεων των διμερών δανείων GLF και νέες ανταλλαγές ομολόγων (buybacks) τα οποία λήγουν στα επόμενα 2-3 χρόνια. Αυτό το ποσό θα δημιουργήσει «χώρο» για χρηματοδοτική δραστηριότητα και προσφορά, ώστε να ενισχυθεί η δευτερογενής αγορά.

Facebook Comments