Ανθεκτικότητα δείχνει το Χρηματιστήριο Αθηνών, χωρίς να λείπουν οι ενδιάμεσες «ελεγχόμενες» και υγιείς διορθώσεις, διατηρώντας το στόχο εδραίωσης των 1.500 μονάδων σε πρώτη φάση και τις 1.600 μονάδες εντός του 2024.

Σε αυτό σημαντικό ρόλο έχει παίξει η αλλαγή αντίληψης των επενδυτών για την Ελλάδα και συνεπώς το Χ.Α, έπειτα από την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας και την αλλαγή σελίδα στις ελληνικές τράπεζες, με την κινητικότητα στα μέτωπα των placements, των deals και των IPOs να είναι εμφανώς αυξημένη από το περασμένο φθινόπωρο όταν και ήλθε το investment grade.

Άλλωστε αυτό αποτυπώνεται στα περίπου 16 δισ. ευρώ που έχουν προστεθεί στην αξία του ελληνικού χρηματιστηρίου από τον Σεπτέμβριο, όταν ο πρώτος οίκος (DBRS) έδωσε αυτό το ορόσημο στην Ελλάδα, ενώ από τις αρχές του 2023 (από τότε η αγορά άρχισε να αποτιμά το investment grade), η αξία του Χ.Α έχει αυξηθεί συνολικά κατά 38 δισ. ευρώ ή κατά 37%.

Ειδικότερα, η κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου Αθηνών αγγίζει πλέον τα 103 δισ. ευρώ καθώς ξεπέρασε το ορόσημο των 100 δισ. ευρώ στα τέλη Απριλίου, που είναι και το υψηλότερο επίπεδο από το 2009. Συνεπώς η συνολική αξία του ελληνικού χρηματιστηρίου έχει αυξηθεί κατά 16 δισ. ευρώ από το φθινόπωρο του 2023 (ήταν 87 δισ. ευρώ), κατά 26 δισ. ευρώ το τελευταίο 12μηνο (ήταν 77 δισ. ευρώ) και κατά 38 δις. σε σχέση με τα 65 δισ. ευρώ που ήταν στις αρχές του προηγούμενου έτους.

Η Axia Reseach έχει εκτιμήσει ότι η κεφαλαιοποίηση του Χ.Α. θα αυξηθεί μάλιστα στα 125 δισ. ευρώ φέτος, ενώ ο μέσος ημερήσιος τζίρος θα αυξηθεί στα 187 εκατ. ευρώ από περίπου 130-140 εκατ. ευρώ μέχρι στιγμής φέτος σε μέσο όρο χάρη και στον «καταιγισμό» πακέτων που σημειώνεται το τελευταίο διάστημα.

Αυτό σε συνδυασμό με την ιστορική κερδοφορία που κατέγραψαν οι εισηγμένες το 2023, τα μερίσματα ύψους 3,8 δισ. ευρώ που αναμένεται να μοιράσουν φέτος από τα κέρδη του 2023, τα πολύ θετικά μηνύματα από τα πρώτα αποτελέσματα α’ τριμήνου και το γεγονός ότι το Χ.Α βρίσκεται στο κατώφλι της αλλαγής πίστας και της εισαγωγής στο κλαμπ των ανεπτυγμένων αγορών, αδιαμφισβήτητα επιβεβαιώνουν ότι η αγορά βρίσκεται στα καλύτερά της εδώ και πολλά χρόνια.

Πρωταγωνιστές μάλιστα στις συναλλαγές το τελευταίο διάστημα ήταν οι ξένοι επενδυτές όπως δείχνουν και τα στοιχεία του Χ.Α. Ειδικότερα, η εικόνα της χρηματιστηριακής αγοράς σύμφωνα με τα στοιχεία του AXIANumbers Απριλίου 2024, διαμορφώθηκε ως εξής:

Δημιουργήθηκαν 2.075 νέοι λογαριασμοί σε σχέση με 2.570 νέους λογαριασμούς τον Μάρτιο, ενώ οι ξένοι επενδυτές πραγματοποίησαν εισροές ύψους 53,47 εκατ. ευρώ κατά το μήνα Απρίλιο, σε αντίθεση με τους Έλληνες οι οποίοι πραγματοποίησαν εκροές ύψους 53,47 εκατ. ευρώ τον Απρίλιο. Η κατανομή της αξίας χαρτοφυλακίου διαμορφώθηκε στα 65,60% για τους ξένους επενδυτές και 34,40% για τους Έλληνες.

Οι χώρες με την μεγαλύτερη αξία χαρτοφυλακίου (μερίδες πελάτη) για το μήνα ήταν οι ΗΠΑ με αξία συνολικού χαρτοφυλακίου 13,10 δισ. ευρώ, η Κύπρος με αξία χαρτοφυλακίου 11,51 δισ. ευρώ και η Γερμανία με αξία χαρτοφυλακίου 5,94 δισ. ευρώ. Οι ξένοι πραγματοποίησαν το 58,7% των συνολικών συναλλαγών (αγορές & πωλήσεις) τον Απρίλιο (σε σχέση με το 58,2% τον προηγούμενο μήνα), ενώ οι Έλληνες, πραγματοποίησαν το 41,3% των συναλλαγών (σε σχέση με το 41,8% τον προηγούμενο μήνα).

Βραχυπρόθεσμα, τα περιθώρια αυτονόμησης του Γενικού Δείκτη είναι πολύ μικρότερα, όπως σημειώνουν εγχώριοι αναλυτές, ήτοι η πορεία των διεθνών αγορών θα δώσει τον τόνο. Θα χρειαστούν ωστόσο θετικοί καταλύτες για μια νέα ανοδική κίνηση, όπως η η αναφορά σε θετικές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας στην έκθεση της Fitch για το ελληνικό αξιόχρεο στο τέλος του μήνα. Τα blue chips μπορούν να οδηγήσουν ψηλότερα τον Γενικό Δείκτη με την παραδοχή ότι θα πραγματοποιηθούν οι μακροοικονομικές προβλέψεις του μεσοπρόθεσμου προγράμματος σταθερότητας τα επόμενα έτη: ανάπτυξη άνω του 2% και περαιτέρω υποχώρηση του δείκτη χρέους περί το 140% για το 2026.

Σε ότι αφορά την «ετυμηγορία» της Fitch, η Société Générale βλέπει πάντως νέα αναβάθμιση για την Ελλάδα, καθώς εκτιμά πως ο οίκος θα ακολουθήσει τα βήματα της S&P και θα αναβαθμίσει και αυτός τις προοπτικές της Ελλάδας σε θετικές από σταθερές, κατά την προγραμματισμένη αξιολόγησή του στις 31 Μαΐου, διατηρώντας την βαθμολογία της χώρας στο «ΒΒΒ-» και στο κατώτερο σκαλοπάτι τη επενδυτικής βαθμίδας.

Κατά την Société, τα ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη της ελληνική οικονομίας συνεχίζουν να στηρίζουν τις θετικές κινήσεις από τους οίκους αξιολόγησης και εκτιμά πως η Ελλάδα και η Ιρλανδία θα είναι οι μόνες χώρες που θα δουν θετικές κινήσεις από τους οίκους φέτος. Γενικότερα, αναμένει οι οίκοι να τηρήσουν στάση αναμονής στις αξιολογήσεις τους για τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης το 2024, πλην της Γαλλίας.

Σύμφωνα με αναλυτές, η επενδυτική βαθμίδα που ανακτήθηκε από το Ελληνικό Δημόσιο και η συνέχιση των ευνοϊκών αξιολογήσεων από τους οίκους για την Ελλάδα, αναμένεται να λειτουργήσουν θετικά για τις αξιολογήσεις των τραπεζών, κάτι που έχουμε δει να συμβαίνει άλλωστε το τελευταίο διάστημα με αποκορύφωμα την επενδυτική βαθμίδα που έδωσε η DBRS στην Εθνική Τράπεζα. Συνεπώς η αξιολόγηση τη Fitch στα τέλη του μήνα μπορεί να δώσει νέα ώθηση.

Σύμφωνα άλλωστε με τα ευρήματα πρόσφατου Οικονομικού Δελτίου της Τράπεζας της Ελλάδος, η αναβάθμιση του Ελληνικού Δημοσίου στην επενδυτική κατηγορία οδηγεί σε μόνιμη αύξηση του επιπέδου των βασικών οικονομικών και χρηματοπιστωτικών μεγεθών. Μακροπρόθεσμα, το επίπεδο του πραγματικού ΑΕΠ αυξάνεται και ενισχύονται τα τραπεζικά κεφάλαια και οι πιστώσεις. Επιπρόσθετα, επιδρά σταθεροποιητικά τόσο στον τραπεζικό τομέα όσο και στην πραγματική οικονομία.

Πιο αναλυτικά, όπως εξηγείται στη μελέτη, καθώς το θετικό σοκ μιας αναβάθμισης σε επενδυτική βαθμίδα θεωρείται μόνιμο, προκαλεί τη σταδιακή μετάβαση της οικονομίας σε μια νέα ισορροπία, δηλαδή έχει μόνιμες μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Στη νέα μακροπρόθεσμη ισορροπία, τα επίπεδα του πραγματικού ΑΕΠ, των επιχειρηματικών επενδύσεων και των επενδύσεων σε στέγαση αυξάνονται κατά 1,3%, 1,6% και 3,15% αντίστοιχα, ενώ η συνολική προσφορά πιστώσεων και το τραπεζικό κεφάλαιο ενισχύονται κατά 4,6% και 11,1%, αντίστοιχα.

Ο συνολικός αντίκτυπος της αναβάθμισης στην ελληνική οικονομία θα μπορούσε να είναι ακόμη υψηλότερος, καθώς θετικά αποτελέσματα ενδέχεται να προκύψουν και μέσω άλλων καναλιών που δεν ενσωματώνονται στην ανάλυση, για παράδειγμα μέσω της βελτίωσης της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και των αυξημένων ροών ξένων άμεσων επενδύσεων.

Η επίδραση της αναβάθμισης της Ελλάδας θα μεταφερθεί στο κόστος χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών ενώ ανοίγει τον δρόμο για μελλοντικές αναβαθμίσεις και των ελληνικών τραπεζών σε επενδυτική κατηγορία.

Στη συνέχεια, το θετικό σοκ της αναβάθμισης, μεταδίδεται από τον χρηματοπιστωτικό τομέα στην πραγματική οικονομία μέσω των καναλιών χρηματοδότησης και τραπεζικών κεφαλαίων. Πρώτον, η μείωση του κόστους χρηματοδότησης των τραπεζών τους επιτρέπει να μειώσουν τα επιτόκια δανεισμού που χρεώνουν για στεγαστικά και εταιρικά δάνεια και να αυξήσουν την προσφορά πιστώσεων (κανάλι τραπεζικής χρηματοδότησης). Με τη σειρά τους, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις αυξάνουν τη ζήτησή τους για επενδύσεις και κατανάλωση, προκαλώντας έτσι αύξηση στις τιμές των κατοικιών και του φυσικού κεφαλαίου, ενώ τα ποσοστά αθέτησης πληρωμών τόσο για τα στεγαστικά όσο και για τα επιχειρηματικά δάνεια μειώνονται. Ως αποτέλεσμα, τα ίδια κεφάλαια των τραπεζών αυξάνονται και, κατά συνέπεια, αυξάνεται και η προσφορά δανείων, ενισχύοντας την οικονομική δραστηριότητα (κανάλι τραπεζικού κεφαλαίου).

Facebook Comments