Η ώρα των ευρωεκλογών έφτασε. Σε τέσσερις ημέρες από τώρα ανοίγουν οι κάλπες για την μοναδική εκλογική αναμέτρηση του 2024 αλλά και των επόμενων τριών ετών μέχρι το 2027.
Κι όμως, το ενδιαφέρον του κόσμου, όπως καταδεικνύουν όλες οι δημοσκοπήσεις, είναι χαμηλό. Ορισμένοι ειδικοί αναλυτές, όπως ο Θωμάς Γεράκης της εταιρίας Marc ή ο Ζαχαρίας Ζούπης της Opinion Poll, προβλέπουν την μικρότερη συμμετοχή ψηφοφόρων σε πανελλήνια εκλογική διαδικασία απο το 1974 και μετά. Δεν αποκλείουν να πέσει ακόμα και κάτω του 50% (να επισημάνουμε οτι το χαμηλότερο ποσοστό συμμετοχής σε εκλογές καταγράφηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο όταν στον πρώτο γύρο των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών ήταν μόλις 48%). Μπορεί άραγε να πέσει ακόμα πιό κάτω; Τίποτα δεν αποκλείεται μια πολύ ζεστή Κυριακή του Ιουνίου που ο κόσμος, δυστυχώς, δείχνει να ασχολείται περισσότερο με τα προβλήματα της καθημερινότητας του παρά με τις ευρωεκλογές και ποιούς αντιπροσώπους μας θα στείλουμε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Γνωρίζοντας ότι και μετά την 9η Ιουνίου δεν πρόκειται να υπάρξει κυβερνητική αλλαγή, η ΝΔ θα διατηρήσει ούτως ή άλλως την ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία της των 158 βουλευτών κι η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη θα παραμείνει στην εξουσία για την επόμενη τριετία.
Κι όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Και το διακύβευμα των εκλογών της 9ης Ιουνίου είναι πράγματι πολύ μεγάλο και σημαντικό. Κατανοώ σε κάποιο βαθμό τους λόγους της αδιαφορίας μεγάλου μέρους του εκλογικού σώματος. Ασφαλώς και δεν κρίνεται η εκλογή νέας κυβέρνησης. Βεβαίως κι ο κόσμος είναι πιεσμένος από τα προβλήματα του και διακρίνεται για τη δυσφορία του, κυρίως λόγω της ακρίβειας. Κι έχει κουραστεί από τις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις του 2023. Αλλά κι από την τοξικότητα και τον λαϊκισμό, που πυροδοτούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης στον, συχνά προσχηματικό, πολιτικό διάλογο. Αλλά το διακύβευμα των ευρωεκλογών, ειδικά φέτος, είναι μεγάλο. Δεν θα αλλάξει φυσικά το ποιός θα είναι κυβέρνηση αλλά θα επηρεάσει πώς η κυβέρνηση αυτή θα κυβερνά. Και θα στείλει κι ένα μήνυμα σοβαρό στην Ευρώπη για το πώς σκέπτεται κι αντιδρά ο ελληνικός λαός έναντι της Ευρώπης.
Ο πρωθυπουργός έθεσε ως δίλημμα και διακύβευμα των ευρωεκλογών την πολιτική σταθερότητα. Ορισμένοι επιχείρησαν να το αποδομήσουν. Κατανοώ τους λόγους που το κάνουν αλλά δεν έχουν δίκιο. Στις 9 Ιουνίου, πέραν του πολύ σημαντικού ερωτήματος τι είδους Ευρώπη και με ποιά ελληνική συμμετοχή σε αυτή θέλουμε, το κορυφαίο διακύβευμα είναι η πολιτική σταθερότητα.
Ο κ. Μητσοτάκης έθεσε ως εκλογικό πήχη το 33,12%, το ποσοστό δηλαδή των προηγουμένων ευρωεκλογών του 2019. Αν τον πετύχει (εκτιμώ οτι έστω και με την αυξημένη αποχή θα τον πετύχει και θα τον ξεπεράσει) τότε θα πρόκειται για έναν εκλογικό θρίαμβο και για τον ίδιο προσωπικά αλλά και για τη ΝΔ. Και θα επιτρέψει στην κυβέρνηση ισχυροποιημένη να ασκήσει τη διακυβέρνηση της χώρας αποτελεσματικά μέσα σε ένα ιδιαίτερα ανασφαλές και ρευστό διεθνές περιβάλλον στο οποίο οι προκλήσεις κι οι δοκιμασίες για τα επόμενα χρόνια θα είναι τεράστιες, λόγω των πολέμων, των γεωπολιτικών ανακατατάξεων, των χρηματο-οικονομικών αναταράξεων και της κλιματικής αλλαγής
Αν όμως, παρ’ ελπίδα, ο στόχος του πρωθυπουργού δεν επιτευχθεί και το εκλογικό αποτέλεσμα του 33% είναι κατώτερο σε συνδυασμό με το άθροισμα των τριών «αδελφών» ιδεολογικοπολιτικά κομμάτων ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και Νέας Αριστεράς να το ξεπερνά, τότε υπάρχει ο κίνδυνος πολιτικής αποσταθεροποίησης με την αντιπολίτευση να αμφισβητεί διαρκώς την λαϊκή νομιμοποίηση της κυβέρνησης, με τρόπο ενδεχομένως ακραίο και λαϊκίστικο
Γι αυτό εκτιμώ ότι το διακύβευμα των ευρωεκλογών είναι μεγάλο κι οι πολίτες έχουν ηθική υποχρέωση για τα συμφέροντα των ίδιων και της κοινωνίας να συμμετάσχουν μαζικά. Η νοοτροπία της «χαλαρής ψήφου» και του «μηνύματος» προς την κυβέρνηση να αλλάξει ρότα μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη για την πατρίδα.
Facebook Comments