Όλες οι εξελίξεις μοιάζουν να δουλεύουν για να προσφέρουν μια ακόμα και μάλλον την μεγαλύτερη ευκαιρία στο ΠΑΣΟΚ για ένα δυναμικό comeback.

Η Κυβέρνηση δεν περνάει και τις καλύτερες στιγμές μετά τις Ευρωεκλογές μετρώντας τις σημαντικότατες φθορές που κατέγραψε, αλλά και την δυσκολία να μπει σε ρυθμούς διακριτής ανόδου των ποσοστών του απ ότι δείχνουν οι πρώτες μετακαλοκαιρινές δημοσκοπήσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ αποσυντίθεται, διαλύεται με τους πρωταγωνιστές της τραγωδίας να μην φαίνονται να έχουν στρατηγική υπέρβασης της κρίσης, αλλά ούτε και στρατηγικής των επόμενων βημάτων μετά από μια ακόμα διάσπαση. Η γκρίζα ζώνη των αναποφάσιστων, του λευκού, άκυρου, αποχής εντοπίζεται στο 20%. Υπάρχει επομένως ένα «κοινό» εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών που σκέφτεται, που δεν καλύπτεται από κανένα κόμμα, που είναι σε φάση αναμονής και αναζητεί φορέα πολιτικής εκπροσώπησης.

Είναι η τρίτη φορά που το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται μπροστά σε μια σημαντική ευκαιρία, αλλά μάλλον είναι η μεγαλύτερη και ίσως και η φαρμακερή. Η πρώτη ευκαιρία υπήρξε αμέσως μετά την εκλογή του Ν. Ανδρουλάκη που το ΠΑΣΟΚ παρουσιαζόταν στο 16%-17%, αλλά αυτό δεν εκφράστηκε στο ποσοστό στις Βουλευτικές εκλογές στις οποίες πήρε 12% , αν και ανέβασε τα ποσοστά του από το 8% του 2019. Η δεύτερη ήταν οι Ευρωεκλογές. Επτά μήνες πριν, το ΠΑΣΟΚ περνούσε τον ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις, καταλάμβανε την δεύτερη θέση και εμφανιζόταν στο 15%-16%, αλλά αυτή η άνοιξη κράτησε τρεις μήνες. Πήρε ένα 13% χάνοντας όμως 110.000 ψηφοφόρους, την στιγμή που Ν.Δ και ΣΥΡΙΖΑ έχαναν συνολικά 1.350.000 ψήφους. Συνολικά τα δύο τελευταία χρόνια, τα δύο κόμματα έχασαν πάνω από 2 εκατομ. ψηφοφόρους, αλλά το ΠΑΣΟΚ αρκέστηκε σε μια μικρή είσπραξη, περιοριζόμενο στην τρίτη θέση και στον ρόλο ενός μικρού κόμματος διαμαρτυρίας.

Αυτό οδήγησε σε εκλογές για τον Πρόεδρο. Εκτιμώ ότι ήταν μονόδρομος όπως εξελίχτηκαν τα πράγματα ειδικά στην κοινή συνεδρίαση Πολιτικού Συμβουλίου και Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Δεν μπορεί όμως να μην εντοπιστεί ότι η εκλογή οποιουδήποτε από τους υποψήφιους δεν αποτελεί και μοναδικό παράγοντα μεγάλης ανόδου των ποσοστών του ΠΑΣΟΚ. Ο κάθε ένας και η κάθε μία έχει το ειδικό βάρος που έχει και το πολιτικό στίγμα του/ της, αλλά η περίοδος των Μεσσίων έφυγε ανεπιστρεπτί. Όπως δεν μπορεί να μην σημειωθεί και η έλλειψη οποιασδήποτε πολιτικής σοβαρής συζήτησης, η ύπαρξη ενός πραγματικού απολογισμού και η λήψη αποφάσεων για την φυσιογνωμία, την αντιπολιτευτική πολιτική, την τακτική συμμαχιών, αλλά και την θεσμική δημοκρατική λειτουργία που θα μπορούσε να είχε προηγηθεί της εκλογής μέσα από κάποιο Συνέδριο, στο πλαίσιο ενός σφιχτού χρονοδιαγράμματος που δεν θα ερμηνευόταν σαν πέταγμα της μπάλας στην εξέδρα. Αλλά για να είμαστε δίκαιοι, αυτή η ασθένεια χαρακτηρίζει όλα τα κόμματα. Μήπως έχει ακούσει κανείς από τον Αλέξη Τσίπρα αλλά και όλους όσους συμμετείχαν στην ηγεσία είτε σήμερα είναι με τον Σ. Κασσελάκη, είτε αποτελούν εσωκομματική αντιπολίτευση, είτε έχουν πάει στην Νέα Αριστερά ένα σοβαρό, συγκροτημένο απολογισμό για την περσινή συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ από το 32% στο 17% . Κι όμως αυτή η συντριβή ήταν και η έναρξη της περιπέτειας που ζουν οι άνθρωποι που πίστεψαν στον ΣΥΡΙΖΑ επί πάνω από ένα χρόνο.

Σε κάθε περίπτωση το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται μπροστά σε μια νέα ευκαιρία και το ποιος θα εκλεγεί θα παίξει τον ρόλο του.

Ωστόσο, πρέπει να ξεκαθαριστούν κρίσιμα θέματα και πριν απ΄όλα προς τα που θα προσανατολιστεί. Θα προσανατολιστεί σε μια λογική λαϊκού μετώπου αλα Γαλλία κόντρα στον Κ. Μητσοτάκη αν και εδώ δεν έχουμε Λεπέν ή θα επιδιώξουν να εκφράσουν τον μεσαίο χώρο, το πολιτικό κέντρο και δυνάμεις της μεταρρυθμιστικής, εκσυγχρονιστικής Κεντροαριστεράς; Θα διατυπώσει θέσεις που στο σύνολό τους θα συνθέτουν μια σύγχρονη προοδευτική εναλλακτική λύση διακυβέρνησης ή θα αρκεστεί σε αποσπασματικές κριτικές δίχως συνεκτικό ιστό; Θα καταθέσει πρόταση χωρίς ετεροπροσδιορισμούς και συνήθη στην χώρα λαϊκισμό στην βάση της οποίας θα θέσει το σαφές πλαίσιο πολιτικής, προγραμματικής σύγκλισης; Θα εκφράσει την διαθεσιμότητα στην προσπάθεια αποτροπής ανόδου του ρόλου και της συμμετοχής στην διακυβέρνηση κάθε δύναμης της ακροδεξιάς ή θα κλείνει τα μάτια μπροστά σε μια τέτοια προοπτική, πολύ περισσότερο συνιστώντας την κιόλας για να μη « πιει το πικρό ποτήρι μιας αναγκαίας πιθανά συνεργασίας με την Ν.Δ»; Θα δημιουργεί εν τέλει την φυσιογνωμία ενός κόμματος εξουσίας ή θα παίζει στο εύκολο αλλά αδιέξοδο μιας δύναμης διαμαρτυρίας;

Αυτά είναι τα ερωτήματα που πρέπει να απαντήσει το ΠΑΣΟΚ για να πείσει την ελληνική κοινωνία ότι κάτι άλλαξε. Αυτά είναι τα ερωτήματα που πρέπει σ΄αυτή την φάση να απαντήσουν καθαρά οι υποψήφιοι και σ΄αυτή την βάση να πείσουν τα διαφορετικά ακροατήρια που θα συνθέσουν το εκλογικό σώμα στις 6/10. Αυτά πρέπει να τα γνωρίζουν οι εκλογείς και γι αυτό χρειάζονται καθαρές κουβέντες. Μέχρι στιγμής έχουν ειπωθεί ιδέες αλλά δεν λείπουν οι γενικολογίες με αποτέλεσμα το στίγμα να προκύπτει έμμεσα.

Θα δούμε. Το επόμενο διάστημα είναι κρίσιμο. Ας κρατήσουμε πάντως ένα συμπέρασμα που το έχει βιώσει το ΠΑΣΟΚ: Δεν αρκεί να χάνουν όλοι οι άλλοι για να ανέβεις με αυτόματο πιλότο. Υπάρχουν κι άλλες δυνάμεις ή μπορεί να εμφανιστούν άλλες δυνάμεις που μπορεί να καλύψουν το όποιο κενό.

Facebook Comments