Α. Η έννοια της «Αριστεράς» σε μια δημοκρατία «δυτικού τύπου».

Σε μια «καπιταλιστική» κοινωνία «δυτικού τύπου», μια γνήσια Αριστερά που σέβεται τον εαυτό της και την θέση της στην κοινωνία (γενικώς) είναι πολύ χρήσιμη, για να μην πω απαραίτητη και… παρεξηγηθώ:

Παραδοσιακά και ιστορικά, η Αριστερά ήταν η παράταξη που αρχικά υποστήριζε την ελευθερία, τα δικαιώματα, την «ισότητα», την «αδελφότητα», την «πρόοδο», τις μεταρρυθμίσεις και τον διεθνισμό.

Από τα παραπάνω, άλλοι στόχοι – συνθήματα είναι πλέον εντελώς εκτός τόπου και χρόνου (π.χ. ισότητα, αδελφότητα) και άλλα υποστηρίζονται πολύ πειστικότερα από φιλελεύθερες, κεντροδεξιές ακόμη και από δεξιές – συντηρητικές παρατάξεις.

Έτσι, θεωρούμε ότι σήμερα η Αριστερά μπορεί (και πρέπει) να παραμείνει και να επιμείνει στα ακόλουθα:

Η σύγχρονη Αριστερά λοιπόν:

(1) Εξ ορισμού και παραδοσιακά, στηρίζει τα άτομα σε μια κοινωνία που ανήκουν στα «μη προνομιούχα»

{Εδώ πρέπει να γίνει μια απαραίτητη διευκρίνηση: Η γνήσια Αριστερά είναι συνυφασμένη με μια δημοκρατία, που επιτρέπει σε όλα τα άτομα να έχουν, να διαδίδουν και να ανταλλάσσουν δικές τους απόψεις. Επιπλέον θα πρέπει να μετέχουν, ως ισότιμοι πολίτες, στην εκλογή αυτών που θα τους κυβερνούν.

Συνεπώς, η Αριστερά δεν μπορεί να ανέχεται δικτατορίες οιασδήποτε μορφής, άρα και τις κομμουνιστικές, απλούστατα γιατί σ’ αυτές οι μόνοι «προνομιούχοι» είναι οι εκάστοτε δικτάτορες και οι κλίκες που τους στηρίζουν, όπως άλλωστε είδαμε και στα κομμουνιστικά καθεστώτα}.

(2) Η Αριστερά θα έπρεπε επίσης να παραμένει προοδευτική: Να είναι δηλαδή υπέρμαχος των νέων ιδεών και των καινοτομιών κάθε είδους, που θα εφαρμόζονται στην κοινωνία προς το συμφέρον των «πολλών» ή, τουλάχιστον, χωρίς να βλάπτουν τους πολλούς.

{Ακόμη και αν ωφελούν κάποιους χωρίς να βλάπτουν κανέναν άλλον, δεν έχουν κανένα λόγο να είναι εναντίον τέτοιων αλλαγών. Εδώ όμως έχουμε κατάχρηση της έννοιας της προόδου από κάποια αριστερά κόμματα: Για παράδειγμα το ΚΚΕ θεωρεί «προοδευτικό» ό,τι βρίσκεται πλησιέστερα προς τον… κομμουνισμό (!), ο οποίος είναι και ο τελικός του στόχος}.

(3) Η (γνήσια – αυθεντική) Αριστερά ΔΕΝ αντιμετωπίζει καμία πολιτική θεωρία ως αλάνθαστη, όπως γίνεται για παράδειγμα με τις θρησκείες. Είναι εξ ορισμού «αναθεωρητική» ανά πάσα στιγμή.

{Κατά συνέπεια, ΔΕΝ είναι δυνατό να ακολουθεί οπωσδήποτε και με απόλυτη πιστότητα όσα έγραφαν κάποτε οι Μαρξ, Ένγκελς και Λένιν. Πόσο μάλλον όταν ο ίδιος ο Karl Marx και ο φίλος του Friedrich Engels ήσαν υπέρ της «διαλεκτικής», δηλαδή της διαδικασίας «θέση – αντίθεση – σύνθεση», (Thesis—Antithesis— Synthesis κατά την γλωσσική επιλογή (!) του ίδιου του εμπνευστή της και κατά μία γενεά προγενέστερου Γερμανού φιλοσόφου Georg Wilhelm Friedrich Hegel, που δεν ήταν ούτε υλιστής ούτε κομμουνιστής… σχεδόν το εντελώς αντίθετο θα έλεγα.)}

(4) Οι εκάστοτε Ηγέτες της Αριστεράς υποτίθεται ότι κάνουν αγώνα υπέρ των πολλών και κατά συνέπεια όχι υπέρ του… εαυτού τους. Έτυχε να βρεθούν στη θέση του ηγέτη απλώς και μόνο λόγω κάποιας ικανότητας που τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας τους εκτίμησαν, ώστε να τους εκλέξουν με δημοκρατικές διαδικασίες.

Πέραν αυτού: Και στην περίπτωση που έχουν κάποια συγκεκριμένη άποψη για το Α ή Β ζήτημα, δεν επιδιώκουν πάση θυσία να την επιβάλουν στους υπόλοιπους «συντρόφους» τους. Απεναντίας, το ότι βρίσκονται στην υπηρεσία των «πολλών» υπαγορεύει τον σεβασμό των απόψεων της πλειοψηφίας.

{Κατά συνέπεια, οποιαδήποτε κατάχρηση της θέση του Ηγέτη για προσωπικό όφελος ή ικανοποίηση του εγωϊσμού του είναι απολύτως ασύμβατη με την έννοια της Αριστεράς}.

… …

Β. Αριστερά και κυβερνητική εξουσία

Μια Αριστερά που συμπεριφέρεται και ενεργεί σύμφωνα με τα παραπάνω είναι ασφαλώς χρήσιμη σε οποιαδήποτε κοινωνία, καθώς λειτουργεί ως αντίρροπη δύναμη υπέρ των «πολλών» και των «μη προνομιούχων», ενώ επιπλέον παίζει τον ρόλο της «φωνής της συνείδησης» της ίδιας της κοινωνίας.

Ωστόσο, ο θετικός αυτός ρόλος μπορεί να παίζεται μόνο όταν η Αριστερά ΔΕΝ βρίσκεται στην κυβέρνηση της χώρας μόνη της ή ως το μεγαλύτερο κόμμα σε ενδεχόμενη κυβέρνηση συνεργασίας. (Όπως είχε γίνει με την “αφύσικη” συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ το 2015).

Αντίθετα, όταν η Αριστερά επιδιώκει να κατακτήσει την εξουσία και να κυβερνά η ίδια με κάθε τρόπο και κάθε κόστος, αφενός μεν χάνει τον βασικό της ρόλο και στόχο, αφετέρου δε κινδυνεύει να εκφυλιστεί σε ένα μηχανισμό εξουσίας, της οποίας ο κύριος σκοπός είναι η διατήρησή της και που τελικά καταλήγει να βλάπτει αντί να ωφελεί τους πολλούς και «μη προνομιούχους».

Όποτε μια τέτοια Αριστερά κατάφερε να κυβερνήσει μια χώρα, το αποτέλεσμα δεν ήταν καθόλου θετικό ούτε για την χώρα, ούτε για την δημοκρατία ( = δύναμη των «πολλών») γενικότερα.

Και αυτό συμβαίνει όχι μόνο γιατί μια εκφυλισμένη (υπό την έννοια της σχεδόν αποκλειστικής πλέον φροντίδας της για διατήρηση της εξουσίας) «κυβερνώσα αριστερά» εγκατέλειψε την αρχική και γενεσιουργό της αποστολή, που αποτελούσε και τον βασικό λόγο της ύπαρξής της, αλλά και για ένα επιπλέον λόγο:

Για να κυβερνήσει καλά και αποτελεσματικά ένα κόμμα ή συνεργασία κομμάτων, θα πρέπει όσοι αναλαμβάνουν αυτό το έργο να γνωρίζουν την «τέχνη της διακυβέρνησης», κάτι που δεν είναι ούτε εύκολο ούτε αυτονόητο. Εδώ χρειάζονται εκπαιδευμένοι – έμπειροι πολιτικοί και αρκετοί τεχνοκράτες, οι οποίοι, όπως είναι άλλωστε φυσικό και αναμενόμενο, σπανίζουν ή αποτελούν μικρή μειοψηφία στα αριστερά κόμματα.

Σε αντίθεση με την Αριστερά που είτε κυβερνάει μόνη της, είτε σε συνεργασία με άλλα (μικρότερα) κόμματα, η Αριστερά θα μπορούσε επωφελώς για την κοινωνία να συγκυβερνά στηρίζοντας ένα ισχυρότερο από αυτήν κόμμα, όπως εκτίθεται παρακάτω.

… …

Γ. Η Αριστερά ως ψυχολογική ανάγκη για συμμετοχή και… διασπάσεις!

Από τα παραπάνω εκτεθέντα, μπορεί κανείς να συναγάγει κάποια συμπεράσματα ως προς το εάν η Αριστερά στις Δημοκρατίες δυτικού τύπου και ιδίως στη χώρα μας, ασκεί πράγματι και αποτελεσματικά τον ιστορικά χρήσιμο πολιτικό της ρόλο.

Και επειδή μάλλον θα καταλήξουμε στο ότι η «αριστερά» στην Ελλάδα, έως τώρα τουλάχιστον, ελάχιστα θετικό και πολύ συχνά αρνητικό ρόλο έχει παίξει…

… το επόμενο ερώτημα θα είναι το εξής:

«Και αφού δεν παίζει (σχεδόν) κανένα θετικό ρόλο, ενώ έχει αποδειχτεί πολλάκις ότι μπορεί να έχει παίξει αρνητικό… γιατί υπάρχουν ακόμη άτομα που την ακολουθούν και την στηρίζουν;»

Μια πρόχειρη απάντηση σ’ αυτό είναι:

«Για ψυχολογικούς λόγους»!

Οι μεν απλοί οπαδοί της βρίσκουν «παρηγοριά» και διέξοδο στα αρνητικά συναισθήματα που έχουν (όχι φυσικά εντελώς αδικαιολόγητα) για την «άτιμη κοινωνία» και την κοινωνική αδικία γενικώς. Η ένταξή τους σε ένα αριστερό κόμμα ή κομματίδιο ή μόρφωμα τους δημιουργεί την αίσθηση ότι «κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν για να διορθώσουν την άδικη κοινωνία».

Οι δε ηγέτες της «αριστεράς» βρίσκουν επιπλέον εκείνη την ικανοποίηση που βρίσκουν οι ηγέτες απανταχού της γης και του πολιτικού φάσματος:

Την αναγνώριση και την (μικρή έως μεγαλύτερη) εξουσία!

Η τελευταία αυτή παρατήρηση μπορεί να δώσει μια πρώτη εξήγηση στο φαινόμενο της τάσης των αριστερών κομμάτων να διασπώνται και τους ηγέτες τους (και πρώην «συντρόφους») να βρίσκονται τελικά πολύ περισσότερο «στα μαχαίρια» μεταξύ τους παρά με τους ηγέτες των κομμάτων διαφορετικών πολιτικών ιδεολογιών και κατευθύνσεων.

Μια άλλη εξήγηση του φαινομένου των διασπάσεων είναι η ψυχολογική ανάγκη πολλών αριστερών να έχουν τόσο παγιωμένες θέσεις και απόψεις, ώστε να τους είναι αδύνατο να δεχτούν ότι αυτές δεν ακολουθούνται από την πλειοψηφία και συνεπώς δεν υπερισχύουν.

Αν όμως συμβαίνει κάτι τέτοιο, αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν καμία θέση στην Αριστερά (όπως εκτίθεται στα εδάφια (3) και (4) στο Α κεφάλαιο του παρόντος).

Δυστυχώς όμως, τα «αριστερά» κόμματα είναι γεμάτα από τέτοιους «αλάνθαστους παντογνώστες» (! …), οι οποίοι προτιμούν να επιλέξουν την διάσπαση και αποχώρηση, από την ψυχολογική δοκιμασία να βλέπουν τις απόψεις τους να τίθενται σε αμφισβήτηση και από την πνευματική προσπάθεια που απαιτείται στη διαδικασία «θέση – αντίθεση – σύνθεση», στην οποία – κατά τ’ άλλα – υποτίθεται ότι πιστεύουν !

… …

Δ. Πολλές διασπάσεις, ελάχιστες (προεκλογικές) «επανασυγκολλήσεις»

Θα μπορούσαμε να κάνουμε μια αναδρομή στις διασπάσεις πάσης φύσεως που έχουν συμβεί στα αριστερά κόμματα εδώ και έναν αιώνα, στον οποίο αυτά υπάρχουν και δραστηριοποιούνται στη χώρα μας.

Επειδή όμως αυτό μπορεί να μην ενδιαφέρει και τόσο πολύ, ας αρκεστούμε στο σήμερα, στο οποίο έχουμε :

  • ΚΚΕ (“ορθόδοξο” σταλινικό, το ιστορικά αρχαιότερο και σταθερός αρχειοφύλακας της «αρχέγονης» κομμουνιστικής ιδεολογίας),
  • ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ (διάδοχος του “ευρωκομμουνιστικού” ΚΚΕ – εσωτερικού, που ήταν υπέρμαχος ενός «σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία»), ο οποίος προήλθε από προεκλογική συνεργασία, αλλά στη συνέχεια διασπάστηκε δίνοντας διαδοχικά → ΔΗΜΑΡ (Φ. Κουβέλης), Λαϊκή Συμμαχία (Π. Λαφαζάνης), Πλεύση Ελευθερίας (Ζ. Κωνσταντοπούλου), Μέρα-25 (Γ. Βαρουφάκης), Νέα Αριστερά (Α. Χαρίτσης, Ε. Αχτσιόγλου) και εσχάτως Κίνημα Δημοκρατίας (Σ. Κασσελάκης).
  • Έχουμε όμως και άλλα μικρότερα όπως η “αναρχοκομμουνιστική” ΑΝΤΑΡΣΥΑ, οι θαυμαστές του Μάο ΚΚΕ – ΜΛ, μλ-ΚΚΕ, οι οπαδοί του Τρότσκι ΕΕΚ (Εργατικό Επαναστατικό Κόμμα)…

… και διάφορες άλλες εκδοχές του ίδιου “οράματος” για “ριζική αλλαγή προς μία καλύτερη κοινωνία”, αντί για την οποία όμως έχουμε δει στην πράξη μόνο αποτυχημένα και τυραννικά καθεστώτα, όποτε κάποιο από τα αριστερά κόμματα κατάφερε να αναρριχηθεί στην εξουσία… ευτυχώς πολύ σπάνια τώρα πλέον.

Το πρόβλημα εδώ είναι ότι το «όραμα για ριζικές αλλαγές προς μία καλύτερη κοινωνία» δεν πραγματοποιείται ούτε με αιματηρές εξεγέρσεις (βλ. Δεκέμβριος 1944 πριν από ακριβώς 80 χρόνια), ούτε με αντιδικίες ανάμεσα σε γραφικούς τύπους, επιπέδου συζητήσεων και καυγάδων καφενείου, που οδηγούν τελικά σε διασπάσεις και παραγωγή νέων (απο)κομμάτων.

Αντίθετα, χρειάζεται ένα σύνολο επαρκώς επεξεργασμένων και ρεαλιστικών πολιτικών προτάσεων, τις οποίες όμως η υπάρχουσα «αριστερά» δεν έχει δείξει διάθεση και δυνατότητα ούτε να διατυπώσει ούτε να προωθήσει με πειστικό τρόπο.  

Ευτυχώς για τον ίδιο (και την Αριστερά γενικότερα) ο Στέφανος Κασσελάκης δεν περιέλαβε στο κόμμα που έφτιαξε τον όρο «Αριστερά».

Κάτι είναι κι αυτό…

Το ερώτημα όμως που τίθεται τώρα ως προς τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι το ακόλουθο και εξαιρετικά απλό:

Τώρα που απαλλάχθηκαν (επιτέλους!) από τον κ. Στέφανο Κασσελάκη, που (όπως αποδείχτηκε) ουδεμία σχέση είχε με την Αριστερά, ούτε ιδιαίτερη εκτίμηση διατηρεί γι’ αυτήν…

…θα επανέλθουν στον ΣΥΡΙΖΑ αυτοί που αποχώρησαν πρώτοι επειδή εγκαίρως κατάλαβαν με τί είδους “πρόεδρο” είχαν να κάνουν (εννοώ τα μέλη της “Νέας Αριστεράς”) ; …

… ή θα παραμείνουν χώρια, ενώ δεν θα τους χωρίζει ουσιαστικά απολύτως τίποτα;

Θα έχει ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε και αυτή την εξέλιξη.

… …

Ε. Επίλογος: Το ιδεώδες σενάριο για μια σοβαρή Αριστερά

Στις σύγχρονες «αστικού τύπου» δημοκρατίες, δηλαδή στα μόνα καθεστώτα, στα οποία έχουμε πράγματι και επί της ουσίας δημοκρατία, έχουμε κατά κανόνα (και ευτυχώς!) εναλλαγή των κυβερνήσεων.

Το “ευτυχώς” τίθεται για δύο λόγους:

Πρώτον γιατί η εναλλαγή αποδεικνύει ότι η δημοκρατία είναι πραγματική και όχι υποθετική – εικονική: Ποτέ (ή σχεδόν ποτέ) δεν συμβαίνει να υπάρχει κυβέρνηση τόσο επιτυχημένη, ώστε οι ψηφοφόροι να την υπερψηφίζουν συνεχώς.

Ακόμη και για ικανοποίηση κάποιων επιθυμιών τους, ακόμη και ανεδαφικών, ακόμη και για αναζήτηση μιας  “ποικιλίας” στη ζωή τους, δικαιούνται να δοκιμάσουν το “διαφορετικό”. Η ύπαρξη και μόνο αυτής της δυνατότητας προϋποθέτει γνήσια δημοκρατία.

Επιπλέον, κάθε νέα κυβέρνηση έχει να εισφέρει κάτι καινούργιο, που η προηγούμενη δεν μπόρεσε ή δεν ήθελε να προτείνει και να καθιερώσει. Αν αυτό αποδειχτεί τελικά καλό και ωφέλιμο, θα παραμείνει, ακόμα και αν η συγκεκριμένη κυβέρνηση χάσει τις επόμενες εκλογές. Αν ο νεοεισαχθείς νεωτερισμός αποδειχτεί λάθος, θα αντικατασταθεί από την επόμενη κυβέρνηση.

Σε κάθε περίπτωση όμως, με το εκάστοτε νέο, που στην πορεία αποδεικνύεται καλό και χρήσιμο, επιτυγχάνεται μια συνεχής πρόοδος στην κοινωνία.

Ο θετικός ρόλος της Αριστεράς, όπως εκτέθηκε προηγουμένως, είναι να παράγει καινοτόμες προτάσεις προς όφελος των πολλών και ιδιαίτερα των μη προνομιούχων.

Ακόμη και στην (πλέον πιθανή εκ των πραγμάτων) περίπτωση η Αριστερά να παραμένει στην αντιπολίτευση, οι προτάσεις της, αν είναι σοβαρές και απηχούν τις επιθυμίες ενός σημαντικού ποσοστού της κοινωνίας, θα ασκούν κάποια πίεση σε κάθε κυβέρνηση προετοιμάζοντας το έδαφος για μελλοντικές αλλαγές.

Είναι φυσικά προφανές ότι οι δυνατότητες της Αριστεράς να θεσμοθετήσουν και να εφαρμόσουν στην πράξη τις προτάσεις της, μεγιστοποιείται όταν αυτή αποκτά κάποια κυβερνητική εξουσία.

Στα προηγούμενα όμως δείξαμε ότι μια διακυβέρνηση από την Αριστερά αποτελεί «παγίδα» για την κοινωνία και καλό θα ήταν να αποφεύγεται.

Έτσι, το μόνο που απομένει ως καλή προοπτική για την Αριστερά είναι η επαρκής εκλογική ενδυνάμωσή της, ώστε να καταστεί απαραίτητος και αναπόφευκτος κυβερνητικός εταίρος σε μια κυβέρνηση συνεργασίας, όχι όμως ως η ισχυρότερη συνιστώσα του κυβερνητικού συνασπισμού, την οποία θα είναι προτιμότερο να αποτελεί ένα κεντροαριστερό κόμμα, όπως είναι π.χ. ένα σοσιαλδημοκρατικό.

Δηλαδή, θα πρέπει να εύχεται και να επιδιώκει να καταστεί «συγκυβερνώσα» και όχι κυβερνώσα αριστερά.

Προϋπόθεση όμως για οποιαδήποτε θετική συνεισφορά της (όποιας) Αριστεράς στην πολιτική ζωή κάθε δημοκρατικής κοινωνίας είναι η σοβαρότητα, η συνέπεια, ο ορθολογισμός και η σταθερή σύνδεση με την πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα.

Η πρόσφατη εκλογή του κ. Σωκράτη Φάμελλου στην προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ δημιουργεί μια ελπίδα προς την κατεύθυνση αυτή.

Μόνος του όμως ο κ. Φάμελλος και μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ όπως έχει καταλήξει τώρα δεν αρκούν ώστε να εξασφαλιστεί ένας σοβαρός και πειστικός πολιτικός λόγος της Αριστεράς.

Ίσως τώρα έφθασε ο καιρός ώστε οι οπαδοί και οι ηγέτες της προς το παρόν κατακερματισμένης Αριστεράς να συνειδητοποιήσουν την αναγκαιότητα να συνασπιστούν για μια ακόμη φορά… έστω και προεκλογικά.

Αρκεί να ξεκινήσουν συνειδητά να παράγουν σοβαρές, έγκυρες και συνεπείς με την ιδεολογία τους πολιτικές θέσεις και προτάσεις αντί για ακόμα περισσότερα «αριστερά» κόμματα.

“Η εικόνα χρονολογείται από την προεκλογική εκστρατεία του μακρινού 1974, στις πρώτες δημοκρατικές εκλογές μετά την πτώση της δικτατορίας”

Facebook Comments