Η διαδικασία αναγνώρισης δασικών εκτάσεων και η επακόλουθη διαδικασία αντιρρήσεων έχει εξελιχθεί σε ένα σοβαρό φιάσκο, που οδηγεί σε εκτεταμένη δήμευση ιδιοκτησιών στην επαρχία.

1. Εσφαλμένες αρχικές αποτυπώσεις
Από την αρχή της διαδικασίας οι αρχικές αποτιμήσεις εκτάσεων προέβησαν σε χιλιάδες λανθασμένες απεικονίσεις ιδιοκτησιών ως «δασικών». Συχνά, επικλινείς εκτάσεις ή σκιές σε αεροφωτογραφίες οδήγησαν σε εσφαλμένα αποτελέσματα, που θα μπορούσαν εύκολα να είχαν αποφευχθεί.

2. Απαγόρευση αλλαγής χαρακτηρισμού «ΔΔ»
Όταν ακολούθως ο πολίτης προσέφευγε για να άρει τον Χ χαρακτηρισμό, άτυπα, θεωρείται σχεδόν αδύνατο να αλλάξει χαρακτηρισμός έκτασης από «ΔΔ» σε «ΑΔ» ή «ΑΑ». Αυτό ειπώθηκε συχνά από τις υπηρεσίες κατά την κατάθεση αντιρρήσεων. Είναι όμως παράλογο να διορθώνονται λάθη σε άλλους χαρακτηρισμούς (ΔΑ, ΑΔ κ.λπ.), αλλά να αποκλείεται πρακτικά η αλλαγή σε περιπτώσεις ΔΔ, ακόμη και όταν υπάρχουν τίτλοι ιδιοκτησίας και σαφής χρήση αγρού. Το μέτρο πλήττει ιδιαίτερα ιδιοκτήτες μεσαίων και μεγάλων εκτάσεων, όπου το κράτος θεώρησε ύποπτες, όπου το κόστος καθαρισμού τους είναι απαγορευτικό και η φυσική βλάστηση αυξήθηκε λόγω της μείωσης της κτηνοτροφίας.

3. Σύνθεση και λειτουργία επιτροπών
Οι επιτροπές στελεχώνονται κυρίως από έναν δασολόγο, του οποίου η άποψη καθορίζει την απόφαση, ενώ οι άλλοι δύο συχνά συνηγορούν με αυτη. Έτσι, τα αποδεικτικά μέσα των πολιτών (τίτλοι, αεροφωτογραφίες, φωτοερμηνείες) παραγνωρίζονται. Θα έπρεπε να υπάρχει δεύτερος δασολόγος με ουδέτερη στάση είτε πρόβλεψη για δωρεάν τεχνική υποστήριξη πολιτών, κατά τα πρότυπα της «νομικής βοήθειας» των δικαστηρίων. Άλλωστε με δεδομένο ότι η δασική κρίση των επιτροπών επηρεάζει άμεσα την κυριότητα των αγρών, επί της ουσίας αυτές δρουν σαν δικαστήριο ουσίας Σήμερα, η παρουσία ιδιώτη δασολόγου είναι πανάκριβη και μη προσιτή για την πλειοψηφία σε συνδυασμό με τα ακριβά τέλη δι έκαστον αγρό.

4. Αντισυνταγματική απαίτηση συμβολαίων προ του 1945/1890
Η απαίτηση να προσκομιστούν τίτλοι πριν το 1945/1890 είναι αδύνατον να εκπληρωθεί, αφού ελάχιστοι πολίτες διέθεταν συμβόλαια εκείνη την εποχή. Η προϋπόθεση αυτή παραβλέπει την ύπαρξη μεταγενέστερων τίτλων, επαρκών για να θεμελιώσουν ακλόνητη κυριότητα,  την αναφορά των ιδιοκτησιών σε παλαιότερα συμβόλαια γειτόνων τους, την μακραίωνη νομή και χρησικτησία, την γειτνίαση με αγροτικά ακίνητα, που είναι αδιάψευστοι μάρτυρες,

5. Μικροτεμαχισμός ιδιοκτησιών – απώλεια χρήσης
Στην πράξη, οι επιτροπές καταλήγουν να «σπάνε» τα αγροτεμάχια σε μικρότερα κομμάτια με νέους ΚΑΕΚ, οδηγώντας σε μερική ή ολική απώλεια ιδιοκτησίας. Αυτό όχι μόνο μειώνει τη δυνατότητα οικοδόμησης, αλλά ουσιαστικά αφαιρεί από τους πολίτες τη γη τους, η οποία μεταβιβάζεται στο Δημόσιο. Ήδη ψυχανεμιζομαστε την όρεξη του κράτους για αξιοποίηση τέτοιων κλεμμένων εκτάσεων για φωτοβολταϊκά και ανεμογεννήτριες (που θα εγκαταστήσουν τσάμπα οι ολιγαρχίες).

6. Νομικό αδιέξοδο
Η μόνη διέξοδος είναι η προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο εξετάζει μόνο τυπικά ζητήματα (έλλειψη αιτιολογίας) και όχι την ουσία. Έτσι, άπλα αναπέμπει στη διοίκηση και δημιουργείται κενό δικαστικής προστασίας, αφού ο πολίτης δεν έχει πραγματική δυνατότητα να δικαιωθεί.

Ο νομοθέτης αποφάσισε ότι οι διαφορές τον επιτροπών αντιρρήσεων αντί να υπάγονται στα διοικητικά δικαστήρια πρωτοδικεία και εφετεία με την κανονική διαδικασία τις έστειλε αντ΄ αυτού στις ακυρωτικές διαφορές του ΣΤΕ. Όταν όμως το ΣΤΕ απλά αναπέμπει -αφού διαπιστώσει την έλλειψη αιτιολογίας- στην ίδια αρχή που δημιούργησε το πρόβλημα (και ακυρώνει και αναπέμπει χωρίς να μπει στην ουσία στην οποία θα έμπαινε το διοικητικό πρωτοδικείο πχ) τότε είναι προφανές το άτοπο της  διαδικασίας. Εάν είχε νομοθετηθεί η υπαγωγή των δασικών αντιρρήσεων στις αρμοδιότητες των διαφορών ουσίας τον διοικητικών δικαστηρίων τότε ο διοικητικός δικαστής θα έλυνε ο ίδιος το πρόβλημα το οποίο δεν κατάφερε να λύσει διοίκηση. Ακόμα κι αν δεν είχε τις τεχνικές γνώσεις ο ίδιος ο δικαστής σε θέματα πχ φωτοερμηνείας θα διέταζε πραγματογνωμοσύνη και έτσι μάλιστα θα γλίτωνε και τον πολίτη από το υπέρογκο κόστος του ιδιώτη ειδικού που θα έπρεπε να επωμιστεί.

Περεταίρω, σημεία που πρέπει να διορθωθούν υπάρχουν ακόμη αρκετά.

– Η ένταξη και των ΔΔ στη διαδικασία των δευτεροβάθμιων επιτροπών δασολογίου η σε κάποια άλλη δυνατότητα “εφετειακής” κρίσης επί τυχόν απορριπτικών η χωρίς αιτιολογία αποφάσεων των επιτροπών αντιρρήσεων.

–  Αναβάθμιση της διαδικασίας προδήλων σαν μόνιμο και πλήρες μέσο αμφισβήτησης δασικών διαφορών, ατελώς μάλιστα, με δεδομένο ότι οι ΕΠΕΑ είναι προσωρινός θεσμός και θα  διαλυθούν. Έτσι θα μπορεί οποτεδήποτε όποιος πολίτης δεν υπέβαλλε αντιρρήσεις να το πράξει μεταγενέστερα σε χρόνο που θα είναι έτοιμος.

– Κατάργηση του τέλους των 300 ευρώ τουλάχιστον για σημαντική ομάδα αιτούντων (ξερικοί αγροί η χαμηλής αξίας, χαμηλό εισόδημα κλπ)

– Δημιουργια κώδικα δικονομίας της διαδικασίας αντιρρήσεων, που ειναι δυσνόητη και διάσπαρτη σήμερα κλπ


Επομένως,

  1. Με πρόταση νόμου, πρέπει να αλλάξει η διαδικασία αντιρρήσεων, ώστε:
    1. Να επιτρέπεται η αλλαγή χαρακτηρισμού και για τις εκτάσεις ΔΔ με την ίδια άνεση.
    1. Να συμμετέχουν στις επιτροπές περισσότεροι  δασολόγοι  και με ουδέτερη στάση.
    1. Ή να θεσπιστεί «τεχνική νομική βοήθεια» για πολίτες, με δωρεάν δασολόγο.
  2. Να εξαιρεθούν από τη διαδικασία χαρακτηρισμού όσοι διαθέτουν τίτλους προ τουλάχιστον του 1980, με αναγνώριση της χρησικτησίας και της μνημόνευσης σε συμβόλαια γειτόνων, αλλά και του συνυπολογισμού καλλιεργήσιμων εκτάσεων τριγύρω ως τεκμηρίου μη δασικοτητας.
  3. Όπου δεν είναι δυνατή η αποκατάσταση της ιδιοκτησίας, να προβλέπεται αποζημίωση με τους ίδιους όρους που ισχύουν στις αναγκαστικές απαλλοτριώσεις.

Εν κατακλείδι,

Η κατάρτιση και κύρωση δασικών χαρτών αποτελεί σημαντικό θεσμικό εργαλείο προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος (άρθρο 24 Σ), αλλά και οργανικό μέρος της ασφάλειας δικαίου ως προς την ιδιοκτησία. Ωστόσο, η εφαρμογή του συστήματος των δασικών χαρτών και ειδικότερα η διαδικασία αντιρρήσεων έχει αναδείξει σοβαρά προβλήματα, τα οποία οδηγούν σε ουσιαστική δήμευση ιδιοκτησιών, χωρίς δίκαιη αποζημίωση και χωρίς επαρκείς εγγυήσεις δικαστικής προστασίας.

Το ισχύον πλαίσιο των δασικών χαρτών, αν και θεσμοθετήθηκε με σκοπό την περιβαλλοντική προστασία, οδηγεί σε εκτεταμένες αδικίες και δήμευση ιδιοκτησιών. Η αναμόρφωση της διαδικασίας αντιρρήσεων και η θέσπιση δίκαιων κανόνων αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση τόσο για τη συμμόρφωση με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ όσο και για τη διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης και της αγροτικής οικονομίας.

Facebook Comments