Από το σοκ της ύφεσης το 2020, στο σοκ του πληθωρισμού το 2021 και στο σοκ των επιτοκίων το 2022
Οι κεντρικές τράπεζες αντιμέτωπες με την δύσκολη εξίσωση που δημιουργεί ο ενεργειακός τυφώνας. Οι αγορές αντιμέτωπες με αλλεπάλληλα σοκ
Οι κεντρικές τράπεζες αντιμέτωπες με την δύσκολη εξίσωση που δημιουργεί ο ενεργειακός τυφώνας. Οι αγορές αντιμέτωπες με αλλεπάλληλα σοκ
Οι κεντρικές τράπεζες αντιμέτωπες με την δύσκολη εξίσωση που δημιουργεί ο ενεργειακός τυφώνας. Οι αγορές αντιμέτωπες με αλλεπάλληλα σοκ: Από το σοκ της ύφεσης της οικονομίας το 2020 λόγω της πανδημίας, στο σοκ του πληθωρισμού το 2021 λόγω των συνεπειών αυτής, και στο σοκ της αύξησης των επιτοκίων το 2022 που οδηγεί τις κεντρικές τράπεζες το τρέχον περιβάλλον της ενεργειακής κρίσης.
Πριν μόλις μερικές εβδομάδες, οι ανησυχίες για την επιστροφή των περιοριστικών μέτρων στις οικονομίες διεθνώς λόγω του νέου κύματος της πανδημίας που προκάλεσε η παραλλαγή Δέλτα, ήταν ο βασικός παράγοντας κινδύνου για τις οικονομικές προοπτικές. Η άνοδος του πληθωρισμού που έφεραν οι επιπτώσεις της Covid στην εφοδιαστική αλυσίδα και στην ζήτηση, είχε θεωρηθεί ένα «αναμενόμενο» και «προσωρινό» φαινόμενο. Αν και σίγουρα είναι πολύ νωρίς να ισχυριστεί κάποιος πως η πανδημία δεν αποτελεί ανησυχία, έχει ωστόσο βγει από την κορυφή της λίστας των κινδύνων και έχει αντικατασταθεί από την «τέλεια καταιγίδα», όπως την έχουν χαρακτηρίσει οι διεθνείς οίκοι, που δημιουργεί η ενεργειακή κρίση για τις αγορές και την οικονομία. Η… ευχή πλέον είναι να μην βιώσουμε έναν πολύ κρύο χειμώνα, με την ταχύτατη εκτόξευση των τιμών του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας – η οποία έχει «μεταδοθεί» και στο πετρέλαιο το οποίο αγγίζει υψηλά τριών ετών – εκτινάσσοντας τον πληθωρισμό, να αποτελεί πλέον την νούμερο ένα απειλή για τις κυβερνήσεις, τους θεσμούς, τους καταναλωτές και τους επενδυτές.
Ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη τον Σεπτέμβριο αυξήθηκε στο 3,4% σε ετήσια βάση και εκτιμάται ότι θα αυξηθεί περαιτέρω το φθινόπωρο με τους αναλυτές να μιλούν για ρυθμούς της τάξης του 4% και άνω, ενώ στις ΗΠΑ άγγιξε το 5,4% και τα υψηλά ετών . Η νέα αύξηση των τιμών της ενέργειας αυτόν τον μήνα υποδηλώνει περαιτέρω ανοδικούς κινδύνους για τον πληθωρισμό. Το νέο αυτό πληθωριστικό τοπίο που δημιουργεί ο ενεργειακός Αρμαγεδώνας, μεταφράζεται από τους επενδυτές ως αφορμή και αιτία για απόσυρση των μέτρων στήριξης των κεντρικών τραπεζών και για αύξηση των επιτοκίων, πολύ νωρίτερα από ότι είχε αποτιμηθεί, μία «ανάγνωση» η οποία απεικονίστηκε ξεκάθαρα στην αγορά ομολόγων. Η αγορά έφτασε να τιμολογεί την προηγούμενη εβδομάδα ακόμα 100% πιθανότητα αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ τον Δεκέμβριο του 2022, και 80% τον Σεπτέμβριο του 2022. Και όλα αυτά παρά το γεγονός ότι την περασμένη εβδομάδα η Λαγκάρντ προσπάθησε εκ νέου να καθησυχάσει τις αγορές μιλώντας για προσωρινή άνοδο του πληθωρισμού ενώ πριν μερικές ημέρες ο κ. Γ. Στουρνάρας απέκλεισε το ενδεχόμενο της πρόωρης αύξησης των επιτοκίων.
Σύμφωνα με αναλυτές βρισκόμαστε μπροστά σε έναν καταστροφικό συνδυασμό για τις αγορές. Έπειτα από την κορύφωση της παγκόσμιας ανάπτυξης στο β’ τρίμηνο, η οικονομία διεθνώς θα αρχίσει να επιβραδύνεται τόσο στο τελευταίο μέρος του 2021 όσο και το 2022, με τις εντυπωσιακές επιδόσεις το α’ εξαμήνου να αποτελούν την κορυφή. Παράλληλα, ο θετικός αντίκτυπος του «ανοίγματος» των οικονομιών αρχίζει και σβήνει. Και όλα αυτά τη στιγμή που πληθωρισμός καλπάζει. Αυτό το «κοκτέιλ» φέρνει μνήμες του στασιμοπληθωρισμού της δεκαετίας του 1970, αφήνοντας τις κεντρικές τράπεζες αλλά και τις κυβερνήσεις, μπροστά σε ένα δύσκολο οικονομικό παζλ…
Το ΔΝΤ εμφανίστηκε πάντως … ψύχραιμο καθώς τόνισε πως ο πληθωρισμός θα αποκλιμακωθεί στα μέσα του 2022, στο 2% στις ανεπτυγμένες οικονομίες, ωστόσο δεν αποκλείει πως η συνεχιζόμενη άνοδος των τιμών των κατοικιών, τα παρατεταμένα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και οι ελλείψεις που δημιουργούν, μπορεί να κρατήσουν τον πληθωρισμό σε υψηλά επίπεδα για μεγαλύτερο διάστημα.
Οι κεντρικές τράπεζες, αν και διαμηνύουν και αυτές ότι η εκτόξευση του πληθωρισμού είναι προσωρινή και πως το 2022 θα επιστρέψει σε καθοδική πορεία, πολλές έχουν ήδη σηματοδοτήσει ότι μπαίνουν σε φάση σταδιακής απόσυρσης της τεράστια στήριξης που παρείχαν στην οικονομία, κάτι που ουσιαστικά σημαίνει ότι στρώνεται το έδαφος για τις αυξήσεις επιτοκίων. Το πότε ωστόσο θα έρθει αυτή η αύξηση είναι το πιο κρίσιμο «στοίχημα», και αφορά κυρίως την Fed και την ΕΚΤ.
Ο πληθωρισμός τείνει να αυξάνεται όταν η ανάπτυξη είναι ισχυρή και έτσι εάν μπει ένα.. φρένο σε αυτήν, το πρόβλημα περιορίζεται. Σήμερα ωστόσο, η απόσυρση των μέτρων στήριξης μπορεί να στείλει τις οικονομίες και τις αγορές σε νέα κρίση, καθώς η πανδημία συνεχίζει να αποτελεί «βάρος» στη ανάπτυξη. Εάν όμως δεν δράσουν οι κεντρικές τράπεζες, ο πληθωρισμός θα «τρέχει» οδηγώντας πολύ πιο σύντομα στην αύξηση των επιτοκίων. Μία τέτοια εξέλιξη, τη στιγμή που το χρέος των οικονομιών έχει κορυφωθεί λόγω της πανδημίας, μπορεί να αποδειχθεί εξίσου καταστροφική.
Κάποιες κεντρικές τράπεζες έχουν ήδη προχωρήσει σε αυξήσεις επιτοκίων, όπως της Νορβηγίας και της Πολωνίας, η Τράπεζα της Αγγλίας έχει ήδη ανακοινώσει τη μείωση του ρυθμού αγορών στο πλαίσιο του QΕ – με την πρώτη αύξηση επιτοκίων να αποτιμάται ακόμα και τον προσεχή Φεβρουάριο ενώ η Fed έχει στείλει ξεκάθαρο μήνυμα ότι θα ξεκινήσει άμεσα το tapering με την αγορά να «βλέπει» αύξηση των επιτοκίων σε περίπου 12 μήνες. Η ΕΚΤ ακολουθεί μια διαφορετική και πιο προσεκτική στάση, έχοντας μεν μειώσει τον ρυθμό αγοράς ομολόγων υπό το PEPP, τονίζοντας ωστόσο παράλληλα πως αυτό δεν αποτελεί tapering.
Όπως ωστόσο έδειξαν τα πρακτικά της τελευταίας συνεδρίασης της ΕΚΤ, το Δ.Σ έχει αρχίσει και προβληματίζεται για τις προοπτικές του πληθωρισμού. Πολλοί αξιωματούχοι της ΕΚΤ θεωρούν ότι ο πληθωρισμός μπορεί να παραμείνει υψηλότερος για περισσότερο διάστημα από ό, τι δείχνουν οι προβλέψεις της τράπεζας και πως αυτές οι προβλέψεις είναι ήδη πολύ χαμηλές. Σύμφωνα με κάποιους αναλυτές, τα πρακτικά της ΕΚΤ στέλνουν το μήνυμα πως πλέον υπάρχει αυξανόμενος κίνδυνος για ξαφνικό τέλος στο QE συνολικά, το 2023.
Οι πληθωριστικές πιέσεις δεν έχουν πει ακόμα την τελευταία τους λέξη και δύσκολα μπορεί να πειστεί κανείς αυτή τη στιγμή ότι το φαινόμενο είναι προσωρινό… Αυτή είναι η εκτίμηση τη αγοράς, με τις επιπτώσεις αυτών των πιέσεων να γίνονται ολοένα και περισσότερο αντιληπτές στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, βάζοντας τρικλοποδιά στην ανάκαμψη της οικονομίας. Οι κεντρικές τράπεζες πρέπει να λύσουν μία πολύ δύσκολη: Να ομαλοποιήσουν την πολιτική τους σε ένα «ανώμαλο» περιβάλλον. Να μην διαταράξουν αγορές και οικονομία τη στιγμή που πρέπει να «χαλιναγωγήσουν« τον πληθωρισμό και θέλουν να περιορίσουν και να αποσύρουν τελικά την άπλετη στήριξη που χορήγησαν μέσω των πακέτων QE…
Facebook Comments