Το έπος Τουλουπάκη
Οι Αμερικάνοι εισαγγελείς κατάφεραν να εισπράξουν 310 εκατομμύρια δολάρια από την Νοβάρτις για τις υπερσυνταγογραφήσεις που έγιναν στην Ελλάδα
Οι Αμερικάνοι εισαγγελείς κατάφεραν να εισπράξουν 310 εκατομμύρια δολάρια από την Νοβάρτις για τις υπερσυνταγογραφήσεις που έγιναν στην Ελλάδα
Οι Αμερικάνοι εισαγγελείς κατάφεραν να εισπράξουν 310 εκατομμύρια δολάρια από την Νοβάρτις για τις υπερσυνταγογραφήσεις που έγιναν στην Ελλάδα. Πόσα χρήματα έχει εισπράξει μέχρι σήμερα η κα Τουλουπάκη και η ομάδας της; Μηδέν είναι η απάντηση. Μπορεί να μην έχει εισπράξει δεκάρα τσακιστή όλα αυτά τα χρόνια ερευνών, αλλά τουλάχιστον κάποιοι επίορκοι βρίσκονται τώρα στη φυλακή. Μηδέν είναι η απάντηση και σ’ αυτό το σημείο. Εντάξει, μπορεί να μην έχει εισπράξει ούτε ένα ευρώ από την Νοβάρτις, μπορεί να μην έχει πάει κανένας φυλακή, αλλά κάποιοι τώρα λογοδοτούν σε κάποιο δικαστήριο. Και σε αυτό το σημείο η απάντηση είναι μηδέν.
Το πρόβλημα εξ αρχής ήταν πως η κα Τουλουπάκη, από ότι φαίνεται, επέλεξε να ακολουθήσει μια στρατηγική στην υπόθεση Νοβάρτις που δεν είχε καμία σχέση με το φαινόμενο των υπερσυνταγωφήσεων. Ήταν τον Μάρτιο του 2017 όταν η τότε εισαγγελέας διαφθοράς, Ελένη Ράικου, παραιτήθηκε από την θέση της. Όπως η ίδια αναφέρει, οι μέχρι τότε έρευνες της αποκάλυψαν πως ένας «μεγάλος αριθμός κρατικών αξιωματούχων (κυρίως ιατρών δημόσιων νοσοκομείων) δωροδοκούνταν απευθείας από λογαριασμό της εταιρείας Novartis Ελβετίας, με εμβάσματα σημαντικών χρηματικών ποσών που κατατίθεντο στους προσωπικούς τους λογαριασμούς. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι αντίστοιχα εμβάσματα εισέρχονταν από τον ίδιο λογαριασμό, επίσης απευθείας, σε λογαριασμούς νομικών προσώπων, τα οποία πιθανολογούνται ότι χρησίμευαν ως οχήματα προκειμένου να διοχετευθούν ως “δώρο” στους τελικούς αποδέκτες τους, προφανώς αξιωματούχους.» Επίσης, «το συνολικό ποσό που κατευθύνθηκαν στους παραπάνω ανέρχεται με τα μέχρι σήμερα στοιχεία, περίπου σε 28 εκατομμύρια ευρώ».
Αυτά ήταν τα στοιχεία που είχε βρει η κα Ράικου στην αρχή των ερευνών της. Όμως, μετά από την παραίτηση της η πρόοδος της έρευνας ανακόπηκε. Η παραίτηση Ράικου προήλθε μετά από πιέσεις του συστήματος Παπαγγελόπουλου. Όπως η κα Ράικου έχει υποστηρίξει, «στην Novartis απαιτούσε να κατασκευάσω στοιχεία και μάρτυρες. Ο Παπαγγελόπουλος ήθελε πολιτικούς εδώ και τώρα. Αυτό ήθελε. Τελικά το κατάφερε με την Τουλουπάκη. Αυτό αποδεικνύει η ροή των γεγονότων. Οσα ήθελε τα πέτυχε με την Τουλουπάκη. Την είχε άλλωστε έτοιμη για αντικαταστάτριά μου” Παράλληλα, χαρακτήρισε τον πρώην αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης ως “ορισμό της παρεμβατικότητας” λέγοντας ότι ζητούσε να μπουν στο συρτάρι άλλες σημαντικές υποθέσεις που αφορούν συγκεκριμένους επιχειρηματίες.» Και μάλλον εκεί θα κολλάει «τα πολλά λεφτά» που ακούμε τον κ. Παππά να αναφέρει στην ηχογράφηση με τον Μιωνή.
Το πρόβλημα για την κα Τουλουπάκη είναι ότι κάποιος δεν χρειάζεται τις πρόσφατες αποκαλύψεις, τις συνομιλίες Παππά-Μιωνή, τις καταγγελίες των πέντε εισαγγελέων κατά του κυκλώματος και τα αποτελέσματα των ερευνών για να καταλάβει τις τραγικές επιλογές της. Δυστυχώς για την κα Τουλουπάκη, αυτά που η ίδια έχει παρουσιάσει ως υλικό της ερευνάς της, οι κινήσεις που η ίδια έχει κάνει, οι τακτικές και οι μέθοδοι που χρησιμοποίησε, συνιστούν ένα αδιαμφησβήτητο κατηγορητήριο. Η Τουλουπάκη καταδικάζει την Τουλουπάκη.
Στο πλατύ κοινό η κα Τουλουπάκη θα αρχίσει να γίνεται γνωστή από την ημέρα που η «ερευνά» της θα μεταβιβασθεί στην Βουλή, η ημερομηνία ήταν 5 Φεβρουάριου του 2018. Δηλαδή, ακριβώς την επομένη ημέρα μετά από το μεγαλειώδες συλλαλητήριο στην Αθήνα για το Μακεδονικό. Έτσι θα γίνει και κατανοητό γιατί ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος θα βρίσκεται εκείνη την μέρα στον Άρειο Πάγο. Στην αρχή θα δηλώσει πως «επίσκεψή του στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου ήταν συμπωματική και για άλλο θέμα» (Καθημερινή 5.2.2018), ενώ αργότερα ο λόγος της επίσκεψης θα αλλάξει στο ότι πήγε για να δει αν υπάρχει ο φάκελος Νοβάρτις «μετά από εντολή Τσίπρα» (Το Βήμα 11.3.2020).
Η μεταβίβασή του φακέλου την επομένη του συλλαλητηρίου θα είναι μια ευχάριστη «σύμπτωση» για την τότε κυβέρνηση, μιας και θα αλλάξει εντελώς τη ειδησεογραφική ατζέντα, από το Μακεδονικό στην Νοβάρτις. Βέβαια, οι ευχάριστες «συμπτώσεις» δεν θα σταματήσουν σε αυτό το σημείο. Όλως τυχαίως επίσης, οι δέκα εμπλεκόμενοι στην έρευνα θα είναι ένα ακόμα θείο δώρο για τον κ. Τρίπρα. Με Αβραμόπουλο εκτός, θα άδειαζε θέση ευρωπαίου επιτρόπου, με τον κ. Στουρνάρα θα άδειαζε η θέση του κεντρικού τραπεζίτη. Με Γεωργιάδη, Βενιζέλο και Λοβέρδο εκτός, θα εξαφανίζονταν οι πιο ενεργοί αντίπαλοι της κυβέρνησης εντός και εκτός κοινοβουλίου. Η δε περίπτωση του κ. Σαμαρά έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Όσο αυξάνεται το πολιτικό θερμόμετρο με το Μακεδονικό, τόσο φαίνονται να αναπτύσσονται και οι «καταθέσεις» που τον εμπλέκουν στην υπόθεση. Έτσι, υπάρχει “μάρτυρας” που ενώ έχει καταθέσει για την δωροδοκία υπουργών, μετά από εβδομάδες θυμάται ξαφνικά ότι ξέρει ότι τα έχει πάρει και ο πρώην πρωθυπουργός. Ένα από τα πολλά τραγελαφικά της υπόθεσης.
Τα λάθη στην έρευνα και στην διαδικασία είναι πολλαπλά και ιδιαιτέρως σοβαρά, π.χ. ο τρόπος και ο λόγος που ορίσθηκαν οι λεγόμενοι προστατευόμενοι μάρτυρες. Αλλά αυτό που βγάζει μάτι και που γεννά ακόμα περισσότερα ερωτήματα είναι το εξής: Η μονομέρεια των λαθών, δηλαδή το ποιος ωφελείται και ποιος ζημιώνεται από αυτά τα λάθη ή «λάθη». Οι διαρκώς χαμένοι είναι οι εμπλεκόμενοι, ενώ το πολιτικό αφήγημα της τότε κυβέρνησης είναι ο εξολοκλήρου ευεργετηθείς των λαθών που, παρεμπιπτόντως, είναι επιπέδου τριτοκοσμικής μπανανιάς. Μπορεί ένας δικαστικός να είναι επιρρεπείς στα λάθη, αλλά, όταν αυτά τα λάθη πάντα ευεργετούν μια συγκεκριμένη πλευρά, ακόμα και στην καλύτερη περίπτωση, εύλογα ερωτήματα δημιουργούνται.
Πάρτε για παράδειγμα αυτό το εδάφιο από το υπόμνημα Μανιαδάκη: κατάθεση «α) αλλάζει εντελώς δέκα μήνες μετά από την αρχική υποβολή της αναφορικά με τα εμπλεκόμενα πρόσωπα, και μάλιστα χωρίς να δοθεί λογική εξήγηση για αυτό, β) αποτελεί καταγγελία χωρίς να συνοδεύεται από κανένα στοιχείο και μάλιστα δεν υπάρχει ιδία αντίληψη αλλά αφορά μόνον άκουσμα και γ) προαναγγέλθηκε σε συγκεκριμένη εφημερίδα 2 εβδομάδες νωρίτερα από την υποβολής της.»
Η δε κλίση της κας Τουλουπάκη από τον Άρειο Πάγο εμπεριέχει έναν θησαυρό ενδιαφέροντών στοιχείων όπως ότι η κα Τουλουπάκη: «κατά παραβίαση των δικονομικών εγγυήσεων με την μεθοδολογία λήψης διαδοχικών καταθέσεων εξέταζε τους 3 προστατευόμενους σε διάρκεια μηνών επιχειρώντας με κάθε επόμενη κατάθεση να συμπληρώνει την προηγούμενη επιτρέποντας ή και επιβάλλοντας την κατάθεση εν γνώση σου ψευδών παραστατικών συνισταμένων κυρίως σε έκφραση απλής γνώμης χωρίς κανένα απολύτως αποδεικτικό στοιχείο το οποίο να στηρίζει τη γνώμη τους αυτή.»
Επίσης «δεν προχώρησε σε ουσιαστική έρευνα καθώς θα αντιστρατεύονταν τα ψευδή στοιχεία που εν γνώση της συνέλεξε.» Ακόμα, «μεταξύ των εν λόγω μαρτύρων υπήρξε συντονισμός και υπαγόρευση στόχων ώστε να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής». Ενώ, «ψευδώς βεβαίωσε ότι καταθέσεις των Μ. Σαράφη και Αικ. Κελέση δόθηκαν ενώπιόν της ενώ όπως μακροσκοπικά καθίσταται προφανές ότι η κατάθεση αποτελεί προϊόν συρραφής προδιατυπωμένων κειμένων τα οποία δόθηκαν είτε με email είτε με stick και δέχθηκε να τα ενσωματώσει παράνομα.»
Τώρα που ξέρουμε πως το αμερικάνικο κράτος θα λάβει 310 εκατομμύρια δολάρια από την Νοβάρτις για τις υπερσυνταγογραφήσεις που έγιναν στην Ελλάδα, ας σκεφτούμε ξανά αυτή την πρόταση από την κλήση του Αρείου Πάγου προς την κα Τουλουπάκη: «δεν προχώρησε σε ουσιαστική έρευνα καθώς θα αντιστρατεύονταν τα ψευδή στοιχεία που εν γνώση της συνέλεξε.» Υπάρχουν επίορκοι που κυκλοφορούν ελεύθεροι και που τα αδικήματα τους πλέον είναι στο όριο της παραγραφής, μόνο και μόνο γιατί η προηγούμενη κυβέρνηση ήθελε να αποσπάσει το μέγιστο όφελος σε μια δύσκολη για αυτή πολιτική στιγμή. Το ότι μια δικαστικός φαίνεται να συναίνεσε και να σύμπραξε σε αυτό το αποκρουστικό γεγονός είναι μέγα πλήγμα για την δημοκρατία και την δικαιοσύνη. Είναι χρέος της δικαιοσύνης να αποκαταστήσει την αξιοπιστία της, και να δείξει ότι κανένας δεν είναι υπεράνω του νόμου, ακόμα και αν αυτή είναι η εισαγγελέας διαφθοράς.
Facebook Comments