HSBC: Στο 8,8% από 7,5% εκτοξεύει την πρόβλεψη για την ανάπτυξη στην Ελλάδα φέτος
Η ελληνική οικονομία συνεχίζει με πολυ ισχυρά βήματα, αναφέρει η HSBC σε σημερινή της έκθεση όπου προχωρά σε νέα αναβάθμιση της εκτίμησής της για την ανάπτυξη
Η ελληνική οικονομία συνεχίζει με πολυ ισχυρά βήματα, αναφέρει η HSBC σε σημερινή της έκθεση όπου προχωρά σε νέα αναβάθμιση της εκτίμησής της για την ανάπτυξη
Η ελληνική οικονομία συνεχίζει με πολυ ισχυρά βήματα, αναφέρει η HSBC σε σημερινή της έκθεση όπου προχωρά σε νέα αναβάθμιση της εκτίμησής της για την ανάπτυξη φέτος, τοποθετώντας την στο 8,8% από 7,5% που την είχε “ανεβάσει” τον Οκτώβριο, ενώ στο 4,5% (από 5% πριν) βλέπει την ανάπτυξη το 2022 και στο 4% το 2023.
Όπως επισημαίνει η βρετανική τράπεζα, η Ελλάδα συνέχισε τη σταθερή της πορεία ανάκαμψης το τρίτο τρίμηνο, με το ΑΕΠ να αυξάνεται κατά 2,7% σε τριμηνιαία βάση, τον πέμπτο συνεχόμενο τριμηνιαίο ρυθμό ανάπτυξης που ξεπερνά το 2%. Μέχρι το τρίτο τρίμηνο, το ΑΕΠ ήταν 1,2% υψηλότερο από τα επίπεδα πριν από την κρίση – ένα εντυπωσιακό επίτευγμα λαμβάνοντας υπόψη την εξάρτηση της ανάπτυξης από τον τουρισμό (το 2019 ο κλάδος αντιπροσώπευε το 10% του ΑΕΠ στις ξένες εισπράξεις και το 20% λαμβάνοντας υπόψη τις δευτερογενείς επιπτώσεις στην εγχώρια κατανάλωση και τις επενδύσεις, που μειώθηκαν σε μόλις 8,7% το 2020). Ο ξένος τουρισμός, ωστόσο, άρχισε να ανακάμπτει στο τέλος του καλοκαιριού, γεγονός που πιθανότατα συνέβαλε στην ισχυρή εξαγωγική απόδοση (+12,6% σε τριμηνιαία βάση). Η κατανάλωση των νοικοκυριών (+1,1% στο τρίμηνο) και οι επενδύσεις (+3,9%) είχαν επίσης καλές επιδόσεις. Οι επενδύσεις είναι ήδη κατά 20% υψηλότερες από τα επίπεδα πριν από την κρίση, παρόλο που παραμένουν σε σχετικά χαμηλά επίπεδα συνολικά (-40% σε σχέση με το 2010).
Η ισχυρή δυναμική ανάπτυξης είναι πιθανό να συνεχίστηκε το τελευταίο τρίμηνο του 2021. Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος (ESI) ανέβηκε στο υψηλότερο επίπεδο (στο ίδιο επίπεδο με τον Φεβρουάριο του περασμένου έτους) από την ένταξη της Ελλάδας στην ευρωζώνη. Και τα τελευταία στοιχεία για τον δείκτη PMI δείχνουν σταθερή ανάπτυξη στον ελληνικό μεταποιητικό τομέα τον Νοέμβριο, με τον δείκτη να βρίσκεται στο 58,8, μόλις 0,1 μονάδες κάτω από τον Οκτώβριο. Αυτό το επίπεδο είναι ελαφρώς χαμηλότερο από τα πολυετή υψηλά των 59,3 μονάδων που επιτεύχθηκαν τον Αύγουστο, παρά τις μεγάλες καθυστερήσεις στις παραδόσεις στους προμηθευτές και το αυξανόμενο κόστος παραγωγής.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει η HSBC, o καταναλωτικός τομέας παρουσιάζει κάποια σημάδια επιβράδυνσης. Η εμπιστοσύνη των καταναλωτών υποχώρησε μετά το καλοκαίρι και οι λιανικές πωλήσεις μειώθηκαν καθώς αυξήθηκαν τα κρούσματα της COVID-19, οδηγώντας την κυβέρνηση να επιβάλει εκ νέου ορισμένους περιορισμούς. Η πρόσφατη απότομη άνοδος του πληθωρισμού (4,0% σε ετήσια βάση τον Νοέμβριο, το υψηλότερο επίπεδο σε πάνω από 10 χρόνια) που οδήγησε σε αύξηση των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας κατά σχεδόν 40% και θα μπορούσε να επηρεάσει το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.
Η παραλλαγή Όμικρον και οι πιθανοί νέοι περιορισμοί θα μπορούσαν επίσης να επηρεάσουν την κατανάλωση στο τέλος του έτους, προσθέτει η βρετανική τράπεζα. Με το μερίδιο του πληθυσμού που έχει εμβολιαστεί να κινείται περίπου στο 65% – ένα από τα χαμηλότερα στην ΕΕ – η Ελλάδα θα μπορούσε να εκτεθεί σε ταχεία αύξηση των λοιμώξεων. Η κατανάλωση, ωστόσο, θα συνεχίσει να υποστηρίζεται από τη μείωση της ανεργίας (στο 12,9% τον Οκτώβριο, τη χαμηλότερη των τελευταίων 11 ετών) και την αύξηση της απασχόλησης κατά σχεδόν 200 χιλιάδες (5% του συνόλου), σε σχέση με πριν από την πανδημία. Οι τραπεζικές καταθέσεις λιανικής έχουν αυξηθεί κατά 15 δισεκατομμύρια ευρώ (σχεδόν 15% και πάνω από 8% του ΑΕΠ) σε σχέση με τα προ πανδημίας, επομένως οι πλεονάζουσες αποταμιεύσεις των νοικοκυριών θα πρέπει να παρέχουν ένα απόθεμα ασφαλείας.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, η HSBC αναθεωρεί και πάλι την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη του ΑΕΠ, στο 8,8% για το 2021 (από 7,5%) και τη μειώνει ελαφρά για το 2022 (4,5% από 5,0%) ενώ αφήνει την εκτίμηση για το 2023 αμετάβλητη στο 4,0%.
Παράλληλα, η HSBC αναφέρει ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα και το χρέος της Ελλάδας εκτινάχθηκαν στα ύψη το 2020 (αντίστοιχα στο 10,1% και στο 206,3% του ΑΕΠ). Μέχρι στιγμής το 2021, παρά την ισχυρή ανάκαμψη, το έλλειμμα παρέμεινε σε γενικές γραμμές σταθερό, εν μέρει λόγω των μέτρων ανακούφισης από τις πυρκαγιές (0,3% του ΑΕΠ) και των μέτρων για την εξουδετέρωση των επιπτώσεων της εκτίναξης των τιμών της ενέργειας.
Ο προϋπολογισμός του 2022 περιλαμβάνει επιπλέον μέτρα τόνωσης ύψους 2,2 δισ. ευρώ (ή 1,2% του ΑΕΠ). Καθώς τα μέτρα ανακούφισης που σχετίζονται με την COVID-19 αναμένεται να μειωθούν από 15,8 δισ. ευρώ το 2021 σε 3,3 δισ. ευρώ το 2022, η HSBC εκτιμά ότι το έλλειμμα θα συρρικνωθεί από 9,8% του ΑΕΠ σε 4,7% το 2022. Πάντως, όπως αναφέρει, υπάρχει κίνδυνος για μεγαλύτερο από το προβλεπόμενο έλλειμα και ο οποίος μπορεί να προκύψει από την πιθανή ενεργοποίηση των κρατικών εγγυήσεων που σχετίζονται με την COVID και την εκκρεμή απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για την αναδρομική αποζημίωση για περικοπές στις επικουρικές συντάξεις.
Η κυβέρνηση σκοπεύει επίσης να χρησιμοποιήσει το 1,7% του ΑΕΠ των “επιχορηγήσεων” του Ταμείου Ανάκαμψης και το 0,9% του ΑΕΠ των δανείων το 2022. Η Ελλάδα θα λάβει 31 δισ. ευρώ από το NGEU έως το 2026, κάτι που η κυβέρνηση πιστεύει ότι θα μπορούσε να αυξήσει το ΑΕΠ κατά 7% έως τότε. Εν τω μεταξύ, το σχέδιο ιδιωτικοποιήσεων προχωρά και πάλι μετά την επιβράδυνση λόγω της πανδημίας, τη στιγμή που ο προϋπολογισμός του 2022 προϋποθέτει έσοδα 2,2 δισ. ευρώ από της ιδιωτικοποιήσεις (εκ των οποίων 1,5 δισ. ευρώ από την Εγνατία οδό).
Τέλος, η HSBC αναφέρεται στις πρόσφατε αποφάσεις της ΕΚΤ για ην Ελλάδα. Όπως επισημαίνει, η Ελλάδα συμπεριλήφθηκε PEPP της ΕΚΤ ενώ έλαβε και εάν waiver για την επιλεξιμότητα των ελληνικών ομολόγων ως εγγύηση στις νομισματικές χρηματοδοτικές πράξεις της κεντρικής τράπεζας. Με το PEPP να λήγει τον Μάρτιο του 2022, η ΕΚΤ έχει δώσει άλλη μία εξαίρεση για την Ελλάδα, επιτρέποντάς της να είναι μέρος των πιο ευέλικτων επανεπενδύσων του PEPP έως το τέλος του 2024. Παρόλο που εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένες αβεβαιότητες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο θα εφαρμοστεί στην πράξη αυτή η ευελιξία, αυτό δείχνει την ισχυρή δέσμευση των ευρωπαϊκών αρχών να μην εγκαταλείψουν την Ελλάδα κατά τη φάση ανάκαμψης από την κρίση, κάτι που μπορεί κάλλιστα να είναι αρκετό για να την προστατέψει μέχρι να ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα.
Κούρταλη Ελευθερία
Facebook Comments