Η Πρωτεύουσα σήμερα λειτουργεί σαν κύριος πόλος έλξεως των οικονομικών δραστηριοτήτων της Χώρας και κατά συνέπεια κρατάει την περιφέρεια σε χαμηλούς ρυθμούς αυξήσεως του εισοδήματος της.

Κωνσταντίνος Δοξιάδης

——

Διαβάζουμε αρκετά συχνά αναλύσεις και προτάσεις γύρω από την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, της βιομηχανικής, τουριστικής, αγροτικής, κλπ. 

Μεταξύ αυτών και κάποιες που τονίζουν την μεγάλη απόκλιση των στρεμματικών αποδόσεων των αγροτικών καλλιεργειών που σε Ολλανδία και Ισραήλ είναι 9 και 7 φόρες αντίστοιχα μεγαλύτερες από αυτές των ελληνικών καλλιεργειών.

Άρα, μπορούμε κι εμείς σιγά σιγά να πετύχουμε το ίδιο και καμιά αντίρρηση περί τούτου.

Το ζήτημα όμως είναι οτι γενικά τέτοιες αναλύσεις όσο ομιλητικές και αν είναι από μόνες τους, αναδεικνύουν ακόμα σοβαρότερα δομικά ζητήματα της Ελλάδας που είναι ογκόλιθου μεγέθους και δεν μπορούν να αγνοηθούν.

Πρώτο και καλύτερο είναι το ζήτημα της έλλειψης αστικών κέντρων στην ελληνική επαρχία.

Η Ολλανδία των 16 εκατομμυρίων έχει κοντά 30 πόλεις άνω των 100.000 κατοίκων.

Το Ισραήλ των 8 εκατομμυρίων 15 πόλεις  άνω των 100.000 κατοίκων.

Η Ελλάδα των 11 εκατομμυρίων έχει 6 μόλις πόλεις άνω των 100.000! Ε όση είναι η απόκλιση μας στην αγροτική οικονομία τόση καθόλου συμπτωματικά είναι και η απόκλιση μας στην χωροταξική.

Και κατά ειρωνεία – μιας και είμαστε το μονο κράτος που αντιλαμβάνεται την αγροτική οικονομία σαν κάτι υποχρεωτικά μακρινό απ την πόλη.

Η Ελλάδα ίσως είναι η μόνη χώρα που έχει τόσο τεράστια διαφορά βιοτικού επίπεδου απ την πρωτεύουσα προς την περιφέρεια της.

Πράγμα που οι Ολλανδοί, Ισραηλινοί και άλλοι ΔΕΝ έχουν.

Ποιος θα πάει λοιπόν να γίνει αγρότης και γιατί. Και όχι μονο αγρότης, γενικώς κανείς  δεν προσεγγίζει την επαρχία.

Σε μια χώρα που ο μέσος όρος ηλικίας είναι 42 (!) και στην επαρχία ακόμα μεγαλύτερος λογω της φυγής των νέων, ο κύριος όγκος του εναπομένοντος πληθυσμού κατοικεί σε χωριά και κωμοπόλεις  που ρημάζουν πληθυσμιακά.

Πραγματικά πόσο θέλει κανείς για να δει οτι οι νέοι δεν θέλουν να ζήσουν εκεί.  Κι ο λόγος είναι απλός.

Δεν υπάρχουν αστικά κέντρα.

Δεν υπάρχουν υποδομές (πόλεων εννοούμε). Δεν υπάρχει ζωή. Το γυναίκειο φύλο έχει εξαφανιστεί (η δε ηλικία 18-40  απουσιάζει ολοκληρωτικά) . Πως λοιπόν κάποιος  θα γίνει αγρότης ή θα επενδύσει σε κάποιο κλάδο χωρίς να τον νοιάζει καθόλου η προοπτική της προσωπικής και κοινωνικής  του ζωής; Αυτονόητοι κοινωνικοί παράγοντες.

Αυτά είναι ζητήματα, που έχουν μελετηθεί εδώ και δεκαετίες στην Ευρώπη, όπου και σχεδιάστηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο η αστική ανάπτυξη κάθε χώρας με επιμέρους αστικά κέντρα.

Η προτίμηση του γυναικείου φύλου για τα αστικά κέντρα επίσης έχει αποτελέσει αντικείμενο μελετών, όταν εδώ δεν έχουμε ιδέα για τίποτα.

«Στην Ολλανδία ενώ η  ετήσια αναλογία των φύλων είναι 105 αγόρια γι κάθε 100 κορίτσια, το «αρσενικό πλεόνασμα» εξαφανίζεται σε τέσσερις μεγάλες πόλεις της Ολλανδίας, όπου νεαρές γυναίκες αποτελούσαν την πλειοψηφία στο 2014.

Η Στατιστική υπηρεσία της  Ολλανδίας ανακοίνωσε ότι η αναλογία των δύο φύλων στο δήμο της Ουτρέχτης είναι 138 νεαρών γυναικών σε κάθε 100 νέους άνδρες.

Το «πλεόνασμα νεαρών γυναικών» στις τέσσερις μεγάλες πόλεις υπάρχει εδώ και πολύ καιρό και έχει αυξηθεί κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτές οι γυναίκες βρίσκουν τους μελλοντικούς συντρόφους τους σε μία από τις μεγάλες πόλεις».

Δεν χρειάζεται να σημειώσουμε κάτι άλλο, πλην του ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχουν καν μελέτες, για αυτονόητα στο δυτικό κόσμο φαινόμενα και ότι με ενάμισι μόνο αστικό κέντρο η Ελλάδα και την παρούσα κρίση και υπογεννητικότητα θα ερημώσει άμεσα.

Και ασφαλώς δεν είναι μονο πρόβλημα των αγροτών, είναι συνολικό κοινωνικοοικονομικό  πρόβλημα που κρύφτηκε απ το χαλί για δεκαετίες το ζήτημα της ερημοποίησης της ελληνικής επαρχίας.

Μέσα στην κρίση όμως αναδέχθηκε σε όλο του το μεγαλείο.  Οι επαρχιακές πόλεις και ειδικά οι μικρές έχουν διαλυθεί. Τα χωριά αποδεκατιστήκαν.

Καιρός όσο ποτέ επίκαιρος να προωθηθεί το πρώτο επιτελούς σχέδιο χωροταξικού ανασχεδιασμού στην Ελλάδα.

Το πως, απλό.

Απλά  περιορίζουμε  τις δημόσιες επενδύσεις στην Αττική στο 50% των σημερινών και με το υπόλοιπο  προικοδοτούμε – μαζί με εξτρά κίνητρα φοροαπαλλαγές κλπ – δημόσιες επενδύσεις σε 10-20 αστικά κέντρα της χώρας στοχευόμενα, ώστε σε μια 5ετια να επιτευχτεί καταρχήν διπλασιασμός του πληθυσμού τους.

Απώτερος στόχος: να αποκτήσει η  Ελλάδα 15 πόλεις με άνω των  100.000 πληθυσμό σε 10 χρόνια.

Είτε αναπτύσσοντας  ήδη τις υπάρχουσες, είτε φτιάχνοντας τες απ΄ το μηδέν.

Τώρα, θες να κάνεις ανάπτυξη με τουρισμό-εμπόριο, ρίξτα σε λιμάνια και ξενοδοχεία.

Θες να κανείς ανάπτυξη με δημοσίους υπάλληλους, διόρισε τους σε υπηρεσίες σε επαρχιακές πόλεις (αυτό είναι αστείο).

Θες βιομηχανία (λέμε τώρα) κάνε ειδικές ζώνες χαμηλών φόρων και δώσε κίνητρα επαναπατρισμού των επιχειρήσεων.

Τελως πάντων ότι θα έκανες στην Αθήνα, κάντο στην επαρχία.

Σημειωτέον εδώ ότι το αναπτυξιακό σχήμα της Ελλάδας επί δεκαετίες βασίζεται στο σχήμα S, δηλαδή Πάτρα- Αθήνα – Θεσσαλονίκη -Καβάλα, το οποίο πνέει τα λοίσθια.

Σημειωτέον επίσης ότι από την γενικευμένη αποαστεοποιηση της χώρας ξεφεύγει ελαφρά η Βόρειος Ελλάδα επειδή έχει  αρκετές πόλεις (με μικρό και πάλι πληθυσμό) ομαλή γεωμορφολογία και  καλή οδική σύνδεση μεταξύ τους, και δευτερευόντως η Κρήτη λογω του τουρισμού.

Κατά τα άλλα, μόνο  η Καλαμάτα, λίγο με ιδιωτική πρωτοβουλία, λίγο με δημόσια (οδικά) έργα είναι ίσως η μόνη πόλη που βελτιώθηκε τα τελευταία χρόνια. Ακολουθούν τα Τρίκαλα, αν και πληθυσμιακά καμιά απ τις δύο πόλεις δεν άλλαξε συνταρακτικά.

Το ίδιο μπορεί να συμβεί και με άλλες πόλεις μας αλλά πρέπει να κοπούν χρήματα απ΄ την Αττική. Αυτό πρέπει να είναι σαφές.

Δεν μπορεί να μιλάμε για αποκέντρωση και το κυρίως πακέτο των δημοσίων (και ιδιωτικών) επενδύσεων να πέφτει συνεχώς στην Αττική.

Είναι αυτονόητο ότι όπου πέφτει χρήμα πέφτουν και θέσεις εργασίας και όπου θέσεις εργασίας, ακολουθεί και ο πληθυσμός, εργαζόμενοι, γυναίκες, οικογένειες, παιδιά. Όλα είναι αλυσίδα.

Κλαίγονται τάχα μερικοί γιατί 500.000 ελληνόπουλα έφυγαν και είχαμε διαρροή μυαλών. Μα εδώ δεν υπήρχε πουθενά να πάνε.

Τι να το κάνουμε  που έχουν μυαλό, αφού δεν τους έχουμε βάση να μείνουν και να το αξιοποιήσουν πρακτικά.

Αν υπήρχε στοιχειώδης αστική και χωροταξική υποδομή, και οι μισοί βορειοευρωπαίοι συνταξιούχοι θα  ήταν μόνιμοι κάτοικοι Ελλάδος κι όχι τουρίστες μιας εβδομάδας.

Ασφαλώς όμως δεν εξετάζουν τέτοιο ενδεχόμενο διότι η ελληνική ενδοχώρα και τα νησιά αποτελούνται από μικρές πόλεις και κωμοπόλεις ηλικιωμένων, που δεν εμπνέουν κανένα κοσμοπολιτισμό ασφαλώς, μετά το πέρας των θερινών μηνών και την ερημιά του χειμώνα.

Δείγμα της προχειρότητας του χωροταξικού σχεδιασμού είναι και η τεράστια συγκέντρωση εξοχικών κατοικιών των κατοίκων της Αττικής, που συνήθως μένουν έρημες, στη βόρεια πλευρά της Πελοποννήσου. Αν άθροιζε κανείς τις οικοδομές, έκανε 3 μεγάλες και ενεργές πόλεις.

Αν η σημερινή γενιά Ελλήνων δεν είχε φάει τα λεφτά των παιδιών και των εγγονιών της (Economides) – και δεν τα κάναν μασούρια στην Ελβετία – ίσως να υπήρχαν 6-7 πόλεις στην Ελλάδα ακόμα που θα φιλοξενούσαν τους 500.000 που έφυγαν συν 1.000.000 άνεργους και θα έσφυζαν από ζωή και παραγωγή.

Αν καταφέρναμε να το πετύχουμε αυτό και να αξιοποιήσουμε από τα 2 εκατομμύρια των συνταξιούχων μας στη πρωτεύουσα μέχρι τους ανέργους μας, τις επιχειρήσεις μας στα Βαλκάνια,  και τους ευρωπαίους (και άλλους ) που θα ήθελαν μόνιμη κατοικία εδώ στην Ελλάδα θα γινόταν κοσμογονία.

(Ο ΟΑΣΑ με τον Αμερικανό τότε εκπρόσωπό του για την Ελλάδα την αρχή της δεκαετίας του 1960 έγραφε : « η συγκέντρωση του πληθυσμού της Ελλάδος στα όποια όποια (=ελάχιστα) αστικά κέντρα και η εγκατάλειψη των παραγωγικών δομών της υπόλοιπης χώρας δρομολογούν τις προϋποθέσεις των οικονομικών σφοδρών κυκλικών κρίσεων στα επόμενα χρόνια και την σμίκρυνση της ήδη μικρής αγοράς της Ελλάδος.»)

Facebook Comments