Η διαφορά ενός απλού (αλλά συνειδητοποιημένου) πολίτη από έναν επαγγελματία πολιτικό είναι ότι ο πρώτος στενοχωριέται όταν η κυβέρνηση της χώρας του διαπράττει σφάλματα, διότι γνωρίζει ότι αυτά με τον Α ή Β τρόπο καταλήγουν εις βάρος του και εις βάρος της χώρας του.
Αντίθετα, ο επαγγελματίας πολιτικός αντίπαλος χαίρεται γιατί «την πάτησε» ο ανταγωνιστής του ενώ ο ίδιος (αφού σκουπίσει τα κροκοδείλια δάκρυά του) αναμένει πολιτικά οφέλη.
Μια τέτοια στάση καλό είναι να αναγνωρίζεται και να αξιολογείται από τους πολίτες και ιδιαίτερα όταν έρθει η ώρα να ψηφίσουν.
Για ποιους λόγους εθνικής ασφάλειας έγιναν οι «επισυνδέσεις»;
Πριν την περίφημη συζήτηση στη βουλή (από την οποία κανείς δεν βγήκε σοφότερος! … ) είχα την ελπίδα ότι θα μάθαινα από αυτήν τους «λόγους εθνικής ασφάλειας», που οδήγησαν κάποιους (ποιους όμως;) να διατάξουν τις «νόμιμες» παρακολουθήσεις του κινητού τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη.
Όμως, από τη συζήτηση δεν μάθαμε τίποτα.
… …
Ξεκινάω από την παρατήρηση ότι για ένα ζήτημα που ενδιαφέρει αρκετά την κοινή γνώμη, καλό θα ήταν η κοινή γνώμη να έχει επιτέλους την πληροφόρηση που ζητάει, γιατί αυτό επιτάσσει το δημοκρατικό μας πολίτευμα…
… εκτός και αν η αποκάλυψη των κινήτρων και των λόγων, που οδήγησαν κάποιους (τους οποίους θα πρέπει επίσης να γνωρίζουμε) να αποφασίσουν και να διατάξουν τις συγκεκριμένες «επισυνδέσεις», θα πρόδιδε μυστικά που επίσης έχουν σχέση με την περίφημη «εθνική ασφάλεια».
Αυτό ακριβώς υπονοεί η στάση του Πρωθυπουργού, ο οποίος δεν αποκαλύπτει ο ίδιος (γιατί τώρα προφανώς γνωρίζει… ) τους λόγους της παρακολούθησης, αλλά αντίθετα προσκαλεί τον παθόντα Νίκο Ανδρουλάκη να τα πληροφορηθεί αυτοπροσώπως και κατ’ ιδίαν.
Ο Μητσοτάκης δηλαδή πετάει το μπαλάκι στον Ανδρουλάκη αλλά εκείνος δεν το πιάνει. Κριτική στη συγκεκριμένη στάση του θα κάνουμε αμέσως μετά.
… … …
Προηγουμένως, καλό θα ήταν να δούμε τί λέει το ίδιο το Σύνταγμα για τις παρακολουθήσεις των ιδιωτικών συνομιλιών των πολιτών:
Άρθρο 19
- Το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας με οποιονδήποτε άλλο τρόπο είναι απόλυτα απαραβίαστο. Νόμος ορίζει τις εγγυήσεις υπό τις οποίες η δικαστική αρχή δεν δεσμεύεται από το απόρρητο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή για διακρίβωση ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων.
- Νόμος ορίζει τα σχετικά με τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες ανεξάρτητης αρχής που διασφαλίζει το απόρρητο της παραγράφου 1. (εννοεί την ΑΑΔΕ)
«Απόλυτα απαραβίαστο» λοιπόν και δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαία η χρήση του επιρρήματος «απόλυτα».
Η (δικαιολογημένη φυσικά) εξαίρεση από τον απόλυτο αυτόν κανόνα για λόγους εθνικής ασφάλειας ή διερεύνησης σοβαρών εγκλημάτων πρέπει να γίνεται από δικαστική αρχή (και όχι από την ΑΑΔΕ), τα μέλη της οποίας θα πρέπει να έχουν πλήρη επάρκεια γνώσεων ώστε να αναγνωρίζουν τους «λόγους εθνικής ασφάλειας», για τους οποίους διενεργείται η εξαίρεση από την συνταγματική επιταγή.
Σύμφωνα μάλιστα με το πνεύμα και το γράμμα του Άρθρου, η ΕΥΠ είναι αρμόδια μόνο στο να εισηγείται και να εφαρμόζει την παρακολούθηση, όχι στο να αποφασίζει.
Αν τώρα η απόφαση για παρακολούθηση αποδεικνύεται λανθασμένη, η «επισύνδεση» είναι μεν «νομότυπη», αλλά όχι «νόμιμη» και όσοι συνετέλεσαν σ’ αυτό είναι υπόλογοι για το ποινικό αδίκημα της παράβασης καθήκοντος (Άρθρο 259 του Ποινικού Κώδικα).
Για να γίνω σαφέστερος: Ακολουθήθηκαν μεν όλα τα βήματα που ορίζει ο νόμος για να γίνει η υποκλοπή των συνδιαλέξεων του κ. Ανδρουλάκη, αλλά αυτή μπορεί να έγινε για λόγους εντελώς άσχετους με την «εθνική ασφάλεια», την οποία επικαλούνται. Με άλλα λόγια η εθνική ασφάλεια υπήρξε ενδεχομένως το πρόσχημα για να γίνουν (ή για να αιτιολογηθούν εκ των υστέρων αφού αποκαλύφθηκαν), αλλά οι πραγματικοί λόγοι υπήρξαν άλλοι.
Αν έχει γίνει κάτι τέτοιο, πρέπει ή όχι να λάβει γνώση ο ελληνικός λαός και να αποκαλυφθούν οι υπεύθυνοι όσο ψηλά και αν βρίσκονται;
Όταν ο παθών αρνείται την ενημέρωση
Ερχόμαστε τώρα στη στάση του κ. Ανδρουλάκη, ο οποίος αρνείται να ενημερωθεί προσωπικά για τους λόγους της παρακολούθησης του τηλεφώνου του.
Η άρνηση αυτή είναι εντελώς αδικαιολόγητη κατά τη γνώμη μου, μιας και η κοινή λογική μας οδηγεί στο ότι μπορεί να συντρέχει μία εκ των εξής περιπτώσεων:
Α) Υπήρχαν πράγματι σοβαροί λόγοι Εθνικής Ασφάλειας, που υπαγόρευσαν τις «επισυνδέσεις». (Οι περισσότεροι εξ ημών δεν μπορούν καν να τους φαντασθούν, αλλά αυτό μικρή σημασία έχει). Και μάλιστα οι λόγοι είναι τόσο σοβαροί, ώστε να είναι και πάλι ζήτημα εθνικής ασφάλειας στο να μη δημοσιοποιηθούν.
Το μόνο μεμπτό στην περίπτωση αυτή είναι η επιλογή του προσώπου του κ. Ανδρουλάκη, η οποία υπήρξε ατυχής και άστοχη, όπως σαφώς παραδέχτηκε ο κ. Μητσοτάκης.
Στην περίπτωση αυτή ο κ. Ανδρουλάκης οφείλει να δηλώσει δημόσια ότι αποδέχεται τους (μυστικούς) λόγους και ότι η «επισύνδεση» έγινε μεν κακώς, αλλά «με καλές προθέσεις». Στη συνέχεια μάλιστα είναι λογικό να αποδεχθεί τη συγγνώμη του Πρωθυπουργού και το ζήτημα να θεωρηθεί λήξαν.
Το ότι εμείς οι υπόλοιποι πολίτες δεν θα μάθουμε αυτούς τους λόγους, αποτελεί μικρό κακό, μιας και θα γνωρίζουμε ότι η Εθνικής μας Ασφάλεια βρίσκεται τελικά… σε καλά χέρια!
Β) Υπήρχαν πράγματι λόγοι Εθνικής Ασφάλειας που έγιναν οι άστοχες παρακολουθήσεις, αλλά όχι τέτοιας φύσεως ώστε να μην μπορούμε να τους μάθουμε και εμείς.
Στην περίπτωση αυτή ο κ. Ανδρουλάκης οφείλει να τους ανακοινώσει δημόσια, γιατί έτσι επιβάλλει η δημοκρατική του συνείδηση και η κοινή λογική.
Γ) Οι παρακολουθήσεις έγιναν για άλλους λόγους μικροπολιτικής φύσεως και η «εθνική ασφάλεια» υπήρξε ένα πρόσχημα «για τα μάτια του κόσμου» μετά την (μη αναμενόμενη) αποκάλυψη του γεγονότος.
Στην περίπτωση αυτή φυσικά το πιθανότερο είναι να του αποκρύψουν τους πραγματικούς λόγους και να του λένε ψέματα, αλλά ακόμη και έτσι, θα είναι καλύτερα να γνωρίζουμε ότι κάποιοι είναι πολύ πιθανό να ψεύδονται και να παραπληροφορούν τους πολίτες παραβιάζοντας ταυτόχρονα το Σύνταγμα και τους Νόμους του κράτους, παρά να βρισκόμαστε στο σκοτάδι με μηδενική πληροφόρηση και με διάφορα «σενάρια» να σέρνονται σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, που έτσι θα γίνει ακόμα πιο «τοξική». Άλλωστε «το ψέμα έχει κοντά ποδάρια» και κάποτε θα αποκαλυφθεί.
Σε κάθε περίπτωση ο κ. Ανδρουλάκης θα προσέφερε θετική υπηρεσία στη χώρα αποδεχόμενος την προσωπική ενημέρωση που του προτάθηκε.
Επιπλέον, θα είχε και πολιτικό όφελος:
Στις μεν περιπτώσεις Α και Β θα είχε απτά επιχειρήματα κατά της κυβέρνησης του κ. Μητσοτάκη (που αποτελεί ούτως ή άλλως πολιτικό του αντίπαλο), στη δε περίπτωση Γ (παραβίαση του Συντάγματος για μικροπολιτικούς λόγους και προσχηματική επίκληση δήθεν λόγων εθνικής ασφάλειας) το πλήγμα προς την κυβέρνηση θα ήταν ακόμη πιο ισχυρό με αντίστοιχο όφελος για το δικό του κόμμα.
… … …
Σε κάθε περίπτωση όμως, δεν μπορεί το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και ο κ. Ανδρουλάκης προσωπικά να δηλώνουν ότι «θέλουν να χυθεί άπλετο φως στην υπόθεση και να ξεκαθαρίσει το τοπίο προ των εκλογών» και να αρνείται να συμβάλει ο ίδιος σ’ αυτό που υποτίθεται ότι επιδιώκει.
Κάτι τέτοιο δεν βγάζει κανένα νόημα.
Αν όμως επιμείνουμε να βγάλουμε νόημα από όλα αυτά, αυτό θα είναι ότι ο κ. Ανδρουλάκης δεν είναι σε θέση να σκεφτεί λογικά, να εξαγάγει τα αντίστοιχα συμπεράσματα και να ενεργήσει ανάλογα και αυτό δεν είναι ενθαρρυντικό στοιχείο για τον ίδιο και την πορεία του δικού του κόμματος.
Είναι μάλιστα πιθανό, το λάθος του αυτό να εκμεταλλευθεί τόσο η Νέα Δημοκρατία (μειώνοντας τη ζημιά που έχει ήδη υποστεί από αυτή την υπόθεση), αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου ο αρχηγός μάλλον δεν θα αφήσει να πάει χαμένη η ευκαιρία να αναδείξει το λάθος και να «καταδείξει» ότι αυτός αποτελεί την μόνη αξιόπιστη εναλλακτική της «κεντροαριστεράς» στη διακυβέρνηση Μητσοτάκη.
Ας το σκεφτεί καλύτερα ο κ. Νίκος Ανδρουλάκης όσο είναι ακόμα καιρός.
Θα είναι καλό για όλους μας.
Επίλογος: Κάποιες ελπίδες για βελτίωση διαφαίνονται
Σε κάθε φιλελεύθερη αλλά και ευνομούμενη κοινωνία, η ελευθερία των πολιτών και τα ατομικά τους δικαιώματα αποτελούν ύψιστο αγαθό, συνταγματικά κατοχυρωμένο υπό την (αυτονόητη) προϋπόθεση ότι η ελεύθερη δράση κάποιου δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των υπολοίπων, όπως αυτά καθορίζονται στο σύνταγμα και τους νόμους (Άρθρο 5 του Συντάγματος).
Κατά συνέπεια, κακοποιά στοιχεία και άτομα που απεργάζονται βλάβη της χώρας και του έθνους γενικότερα, δεν πρέπει να αφήνονται ελεύθερα να διαπράττουν τα συγκεκριμένα αδικήματα – εγκλήματα και καλό θα ήταν να εντοπίζονται εγκαίρως ώστε να εμποδίζονται να υλοποιήσουν τα αντικοινωνικά και αντισυνταγματικά τους σχέδια, διότι μόνο έτσι μπορεί να προστατεύεται η ζωή και η ελευθερία της συντριπτικής πλειοψηφίας των υπολοίπων πολιτών, κάτι που αποτελεί ύψιστη υποχρέωση της δημοκρατικής και ευνομούμενης Πολιτείας προς αυτούς.
Όπως λοιπόν ευλόγως υποστηρίζουν έγκριτοι συνταγματολόγοι, υπάρχει κάποιας μορφής σύγκρουση ανάμεσα στις έννοιες του «απαραβίαστου της προσωπικής ελευθερίας και ελεύθερης επικοινωνίας» και της εξαίρεσης από τον κανόνα όταν πρόκειται για πρόληψη ή διαλεύκανση συγκεκριμένων εγκληματικών ενεργειών.
Θα πρέπει λοιπόν να επιζητείται η «χρυσή τομή» ανάμεσα στις δύο συγκρουόμενες συνταγματικές απαιτήσεις και αυτό αποτελεί μια δύσκολη και σοβαρή υπόθεση, για την οποία απαιτούνται άτομα με βαθιά γνώση του συντάγματος και των κανόνων δικαίου αφενός και άλλα (ή και τα ίδια) εξειδικευμένα στον έγκαιρο και έγκυρο εντοπισμό των όποιων κινδύνων προκύπτουν κάθε φορά για την Εθνική Ασφάλεια.
Δηλαδή μια κατάλληλα εκπαιδευμένη Ομάδα επιστημόνων και όχι κάποιοι τυχαίοι υπάλληλοι της ΕΥΠ και ένας ή και δύο εισαγγελείς.
Και αυτό μπορεί να συμβεί μόνο εάν τροποποιηθεί κατάλληλα το ανεπαρκέστατο θεσμικό – νομοθετικό πλαίσιο.
Στις συζητήσεις που έγιναν στη βουλή και πέραν των ουσιαστικά στείρων «κονταροχτυπημάτων» ανάμεσα στους αρχηγούς, τα οποία άλλωστε αναμέναμε χωρίς τον παραμικρό ενθουσιασμό, υπήρξαν και κάποιες προτάσεις «επί της ουσίας» από τη μεριά της αντιπολίτευσης.
Αυτό θα είναι και το μόνο θετικό από την κατά τ’ άλλα εντελώς θλιβερή έως γελοία αυτή ιστορία, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι θα υπάρξει κάποια σύγκλιση απόψεων και θα προκύψει κάτι καλύτερο από το απόλυτα ανεπαρκές θεσμικό πλαίσιο που ισχύει έως τώρα και μάλιστα με ευθύνη όλων των προηγουμένων κυβερνήσεων.
Αντί λοιπόν να αλληλοκατηγορούνται, θα ήταν καλύτερο να συνεργασθούν για να το βελτιώσουν.
Μόνο με μια τέτοια στάση θα αποδείξουν ότι ενδιαφέρονται πράγματι για τα ζητήματα της δημοκρατικής λειτουργίας, της ασφάλειας των πολιτών και της εθνικής ασφάλειας γενικότερα.
Facebook Comments