H επίμονη και σημαντική μείωση του δείκτη δημόσιου χρέους, που οδηγείται για παράδειγμα από τη δημοσιονομική προσαρμογή που υλοποιείται σε μεσοπρόθεσμη βάση, η βελτίωση της μεσοπρόθεσμης αναπτυξιακής δυναμικής η οποία μπορεί να έλθει από την υψηλότερη δυναμική των επενδύσεων ή/και η εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων μπορεί να οδηγήσει τη Fitch σε νέα αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, διαμήνυσε ο επικεφαλής του οίκου για την Ελλάδα, Φεντερίκο Μπαρίγκα, σε σχετικό webinar που διοργάνωσε σήμερα η Fitch.

Αντίθετα, πιέσεις στην αξιολόγηση της χώρας μπορεί να προκαλέσει μια ανοδική τάση του δείκτη δημόσιου χρέους για παράδειγμα, λόγω μιας διαρθρωτικής δημοσιονομικής χαλάρωσης ή παρατεταμένης ασθενούς αναπτυξιακής δυναμικής. Επίσης, ένα σοβαρό δυσμενές σοκ θα μπορούσε να επηρεάσει τη μεσοπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική της Ελλάδας και να επιδεινώσει την εξωτερική ανταγωνιστικότητα.

Ο Μπαρίγκα, εξηγώντας την πρόσφατη αναβάθμιση που έδωσε η Fitch στην Ελλάδα, φέροντάς την στην επενδυτική βαθμίδα και στους διεθνείς δείκτες ομολόγων, υπογράμμισε το γεγονός πως παρότι το ελληνικό χρέος παραμένει υψηλό, η χώρα έχει σημειώσει τη μεγαλύτερη μείωση του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ από το 2019 έως σήμερα, και είναι μία από τις λίγες χώρες που έχουν καταφέρει ουσιαστικά να τον μειώσουν.Αν και ο πληθωρισμός είχε σημαντικό αντίκτυπο στη δυναμική του χρέους, βοηθώντας στην υποχώρηση του δείκτη, με τη βοήθεια και της υψηλής ανάπτυξης του ΑΕΠ, ωστόσο οι επιδόσεις της Ελλάδας δεν οφείλονται μόνο σε αυτό το “φαινόμενο”.

Και για αυτό ο οίκος εκτιμά πως τα επόμενα χρόνια η πτώση του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ θα συνεχιστεί. Η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, αν και θα επιβαρυνθεί, θα παραμείνει θετική –στο 2,4% το 2024 και 2,3% το 2025– , ενώ η χώρα θα συνεχίσει να καταγράφει πρωτογενή πλεονάσματα. Αυτά σε συνδυασμό με την ευνοϊκή δομή του χρέους (μεγάλη διάρκεια ωρίμανσης, σχετικά χαμηλά επιτόκια) θα οδηγήσουν σε σταθερή μείωση του χρέους/ΑΕΠ σε μέτριο ρυθμό. Ο οίκος προβλέπει ότι ο δείκτης χρέους θα μειωθεί στο 160,8% φέτος και στο 141,2% το 2027, από 171,4% το 2022.

Σε ορίζοντα 2-7 ετών ο οίκος θεωρεί ότι η Ελλάδα έχει πολύ ευνοϊκή δομή χρέους και συνεπώς δεν υπάρχουν ανησυχίες για τη βιωσιμότητά του, ενώ ο Μπαρίγκα χαρακτήρισε τη χώρα ως ένα “αναθετικό story ανάπτυξης”.

Τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης βοηθούν σε αυτό και αποτελούν έναν πολύ θετικό παράγοντα για την οικονομία της χώρας μέχρι τουλάχιστον το 2026. Αν και ο οίκος εκτιμά πως μπορεί να υπάρξουν κάποιοι περιορισμοί στο μέτωπο της ικανότητας διάθεσης αυτών των ευρωπαϊκών κονδυλίων, μέχρι τώρα η Ελλάδα έχει κάνει πολύ καλή δουλειά στην εφαρμογή των σχετικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες θα οδηγήσουν σε σημαντική αύξηση των επενδύσεων.

Πάντως, όπως τόνισε ο αναλυτής, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών παραμένει μια σημαντική ευπάθεια της Ελλάδας. Αν και θα περιοριστεί χάρη στη βελτίωση των όρων εμπορίου και την έντονη αύξηση των εξαγωγών υπηρεσιών, στο 6,1% σε μέσο όρο το 2023-2025, θα παραμείνει μεταξύ των υψηλότερων στην ευρωζώνη.

Κούρταλη Ελευθερία

Facebook Comments