Ένας υπολογιστής δεν φέρνει την Άνοιξη (στην τηλεκπαίδευση)
Η χειρότερη τραγωδία για ένα ποιητή είναι να τον θαυμάζουν έχοντας παρεξηγήσει το έργο του υποτίθεται ότι έγραφε ο Ζαν Κοκτώ
Η χειρότερη τραγωδία για ένα ποιητή είναι να τον θαυμάζουν έχοντας παρεξηγήσει το έργο του υποτίθεται ότι έγραφε ο Ζαν Κοκτώ
Η χειρότερη τραγωδία για ένα ποιητή είναι να τον θαυμάζουν έχοντας παρεξηγήσει το έργο του υποτίθεται ότι έγραφε ο Ζαν Κοκτώ και μου αρέσει να σκέφτομαι ότι αυτό το απόφθεγμα μπορεί να βρει εφαρμογή σε πάρα πολλές περιπτώσεις του καθημερινού βίου των τελευταίων ετών, κατά τις οποίες εξυμνούμε ή αφορίζουμε αλλαγές και διαδικασίες με αποκλειστικό γνώμονα τον τρόπο που τα επεξεργάζεται ο εγκέφαλός μας, ίσως και η κοινωνική ομάδα μέσα στην οποία έτυχε να γεννηθούμε. Ένα από αυτά τα «καινούρια μου καλάθια» είναι η τηλεκπαίδευση ή μάλλον αυτό που φαντάζεται κανείς ότι είναι «τηλεκπαίδευση», την οποία αναγκαστήκαμε όπως όπως να σφιχταγκαλιάσουμε – δεν γινόταν διαφορετικά – την περίοδο της καραντίνας ενώ ούτε κατά διάνοια υπήρξαμε προετοιμασμένοι γι’ αυτή. Αυτό όμως δεν είναι ένα άρθρο για τις δυσκολίες στην επικοινωνία που συναντήσαμε κατά τους προηγούμενους μήνες αλλά για το θράσος κάποιων να πιστεύουν ότι η τηλεκπαίδευση καθαυτή είναι ένας υπολογιστής και μια γρήγορη ταχύτητα internet – αυτά αρκούν. Σε τέτοιο μάλιστα βαθμό το πιστεύουν, που από την Άνοιξη και πέρα όλα αφέθηκαν στο έλεός τους ενώ δεν έγινε καμία προσπάθεια να μελετήσουμε το πώς θα μπορούσαμε πραγματικά να μεταβούμε ομαλά από τα δια ζώσης μαθήματα σε ένα μοντέλο εξ αποστάσεως διδασκαλίας και μάθησης, με σοβαρότητα και παιδαγωγική ευθύνη. Δεν έγινε δηλαδή καμία προσπάθεια να εκπαιδευτούμε στην τηλεκπαίδευση, ένα πεδίο που έχει το δικό του curriculum, τους δικούς του κανόνες, πρωτόκολλο και συνθήκες λειτουργίας.
Αλλά το ανέκδοτο δεν σταματάει εδώ. Ήδη ο όρος «τηλεκπαίδευση» έχει μπει στο καθημερινό μας λεξιλόγιο με τον χειρότερο τρόπο: προετοιμαζόμαστε για κάτι που δεν έχουμε γνωρίσει, που έχουμε υποτιμήσει σε δυσκολία, που δεν έχουμε ερευνήσει ποιοτικά (ένα από τα μεγαλύτερα σοκ που έπαθα όταν χρειάστηκε να φτάσουμε διαδικτυακά στους μαθητές μας ήταν η διάλυση της ψευδαίσθησης ότι «οι νέοι παίζουν την τεχνολογία στα δάκτυλά τους». Τελικά οι νέοι μπορεί να παίζουν το τικ τοκ και τις πλατφόρμες γνωριμιών στα δάκτυλά τους αλλά, πιστέψτε με, χρειάζονται μάνιουαλ για τις διαδικτυακές εκπαιδευτικές πύλες, για να φτιάξουν λογαριασμό στο Skype ή το zoom και πολύ περισσότερο για να προσαρμοστούν στους κανόνες διαδικτυακής συμπεριφοράς, δηλαδή στο πότε ανοιγοκλείνω το προφίλ μου, πότε βάζω σιγή στο μικρόφωνο διατηρώντας κατά προτίμηση την κάμερα ανοιχτή στο μάθημα: τα ευτράπελα εκείνης της περιόδου γράφουν τόμους βιβλίων). Σαν να μην έφτανε αυτό, η ευθύνη για την διδασκαλία των παραπάνω έπεσε στους δασκάλους και καθηγητές όλων των βαθμίδων, οι οποίοι είχαν να αντιμετωπίσουν ακριβώς τις ίδιες αγκυλώσεις που είχαν και οι μαθητές τους κι επιπλέον ένα ανελέητο κατηγορώ. Στην «τηλεκπαίδευση» που ζήσαμε, ο τυφλός οδηγούσε τον αόμματο. Παρά τα παραπάνω όμως, ο κόσμος και δη ο πολιτικός συνεχίζει να περνάει την εντύπωση ότι ο υπολογιστής από μόνος του ισούται με εκπαίδευση.
Ένα από τα θέματα που γεννούν προβληματισμό είναι το γεγονός ότι παρά την ανάπτυξη των εργαλείων των Τεχνολογιών της Πληροφορίας και Επικοινωνίας, οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί και ερευνητές εκπαιδευτικού υλικού – ή τέλος πάντων αυτοί που κάνουν κουμάντο και σπρώχνουν τηλεκαταρτίσεις, βλέπε σκρόιλ ελικίκου – στην Ελλάδα, προέρχονται από παραδοσιακά περιβάλλοντα και κουβαλούν τεχνικές και μεθόδους οι οποίες δεν συνάδουν με την ταχύτητα και τον τρόπο με τον οποίο μεταδίδεται η πληροφορία στην άλλη άκρη μιας οθόνης υπολογιστή. Δεν αρκεί μόνο να υπάρχουν αυτά τα εργαλεία, η διαχείριση και ο έλεγχός τους αποτελούν θέματα υψίστης σημασίας όταν μιλάμε για εκπαίδευση, ενώ η ποιότητα, η σωστή χρήση τους και η προσαρμογή τους στις απαιτήσεις του σήμερα, χρειάζονται τον συντονισμό όλων των εμπλεκόμενων μερών. Το ερώτημα είναι το κατά πόσο τα παραπάνω εργαλεία και άλλα τόσα που θα έχουμε στο μέλλον στα χέρια μας, είναι ικανά να διευκολύνουν επί της ουσίας την εκπαιδευτική διαδικασία ή αν απλώς πρόκειται για μέσα προβολής υλικού ή παρουσιάσεων από κάποιες ομάδες ανθρώπων. Για πολλούς θεωρητικούς της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, η ουσία δεν είναι η απλή αναπαραγωγή του τι γίνεται μέσα σε κάποια ακαδημαϊκή αίθουσα ή η στείρα παρουσίαση ενός μαθήματος σε κάποιον μαθητή/φοιτητή ο οποίος βρίσκεται σε διαφορετικό χώρο από αυτόν που πραγματοποιείται η διάλεξη. Αυτό που αναζητείται στη χρήση των εργαλείων είναι η δημιουργία μιας ολοκαίνουριας ολιστικής εμπειρίας για τους εκπαιδευόμενους οι οποίοι θα μπορέσουν να παρέμβουν δημιουργικά στο υλικό που τους δίνεται, θα μπορούν να αλληλεπιδρούν, να καλλιεργούν νέες δεξιότητες, να εκμεταλλεύονται τις δυνατότητες και τις ευκαιρίες που τους δίνονται στο μέγιστο δυνατό βαθμό, να αναπτύσσουν κριτική σκέψη και να γίνονται μέλη μιας ευρύτερης κοινότητας ομοϊδεατών.
Από την άλλη μεριά, τα πλεονεκτήματα της τηλεκπαίδευσης αποδεικνύονται ταυτόχρονα και τα αδύνατά της σημεία: η αλληλεπίδραση, η ανάπτυξη της επικοινωνίας και η ομαδικότητα που εν δυνάμει καλλιεργεί, ανατρέπονται από τον ασύγχρονο χαρακτήρα της. Η αποστολή μηνυμάτων σε ανύποπτο χρόνο από τους μαθητές και οι απαντήσεις-επεξηγήσεις στα μηνύματα από τους διδάσκοντες, μπορεί να οδηγήσουν σε ανισότητες στη συμμετοχή, σε δυσκολία στο συντονισμό της συζήτησης ή ακόμα και σε μια ανεξέλεγκτη φλυαρία που αποπροσανατολίζει το μαθητή από το εκπαιδευτικό του αντικείμενο. Πολλοί καθηγητές κατά την διάρκεια της καραντίνας παραδέχτηκαν ότι οι διαφορές στην συμμετοχή κάποιων μαθητών είχαν να κάνουν με το πόσο «έσπρωχνε» από πίσω ο γονιός, δηλαδή με το πόσο συμμετείχε και αυτός σε κάτι που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να ενθαρρύνει την αυτενέργεια!
Χρειάζεται χρόνος και προσπάθεια για να γυρίσουμε από τις παραδοσιακές, καλύτερα ελεγχόμενες μεθόδους διδασκαλίας – τις βασισμένες στο βιβλίο και την φυσική παρουσία – σε ένα χαμηλού κόστους βασισμένο εξ ολοκλήρου στο διαδίκτυο σύστημα, που να καλύπτει το μεγάλο αριθμό μαθητών που εξυπηρετούν αυτή τη στιγμή τα σχολικά και ακαδημαϊκά ιδρύματα, χωρίς να σχεδιάσουμε από την αρχή και να επαναπροσδιορίσουμε τις αρχές και τις μεθόδους που ορίζουν την εκπαίδευση και την επαγγελματική συμπεριφορά των λειτουργών της. Είναι απαραίτητο για εκπαιδευτικούς και εκπαιδευόμενους, σχεδιαστές προγραμμάτων και συντονιστές, να εκπαιδευτούν από την αρχή πάνω σε μια φιλοσοφία που δεν θα στερείται τα οφέλη της σύγχρονης τεχνολογίας αλλά θα μπορεί να εκμεταλλευτεί δημιουργικά στο μέγιστο βαθμό τις ευκαιρίες που προσφέρει για γνώση και προσωπική ανάπτυξη. Αλλά πριν γίνει αυτό, είναι απαραίτητο να ανοίξουμε εκείνη τη συζήτηση που όλοι αποφεύγουν να κάνουν.
Facebook Comments