Οι εγχώριες εκφάνσεις βίας είναι ένα ζωντανό στοιχείο τής εθνικής μας κουλτούρας από τις στυγνά αιματηρές τοπικιστικές και οικογενειακές βεντέτες, ως τη ζοφερότητα των εμφυλίων συρράξεων που σε λανθάνουσα μορφή συνεχίζουν έως και σήμερα να παράγουν κεφάλαια της εσωτερικής εθνικής μας Ιστορίας.

Ενίοτε συμβαίνουν γεγονότα που το τεράστιο ειδικό τους βάρος τα τροφοδοτεί με δυναμικό να αποτελέσουν ορόσημα και καταλύτες εξελίξεων. Η φρικαλέα δολοφονία τού 19χρονου φιλάθλου στη Θεσσαλονίκη είναι ένα από αυτά. Η αδιάψευστη ωμότητα και σκαιότητα τής πράξης βίας, σε συνδυασμό με την παντελή ανυπαρξία περιεχομένου στα κίνητρα των εκφραστών της (‘’βία επειδή γουστάρω να μισώ’’) είναι τα στοιχεία που τράνταξαν τη συλλογική μας καθημερινότητα καθιστώντας το συγκεκριμένο γεγονός αδύνατον να κουκουλωθεί. Είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις που μοιάζει τελείως απίθανο κάποιος να εκμεταλλευτεί διχαστικά το γεγονός ντύνοντας το με ιδεολογικής χροιάς φιλολογήματα. Ας τολμούσε…

Υπό άλλες κάπως ιδανικές συνθήκες η Πολιτική εξουσία θα άδραχνε την υψηλής φόρτισης συναισθηματική δυναμική που ανέδειξε το τραγικό γεγονός, ως ευκαιρία και ισχυρό εφαλτήριο για να αποτολμήσει μία γενναία θεραπευτική σύγκρουση με τα μεγάλα κυκλώματα τού υπόκοσμου που θρέφει και συντηρεί ο χώρος του ποδοσφαίρου. 

Δεν τρέφω αυταπάτες ότι η Κυβέρνηση θα κάνει ουσιαστικές τομές και ότι δεν θα περιοριστεί απλώς σε λίγες, κυρίως προσχηματικές και επικοινωνιακές, κινήσεις. Για έναν σημαντικό λόγο, ο οποίος παράλληλα περιλαμβάνει και επεξηγεί όλους τους υπόλοιπους: Διότι δεν έχει κανένα έτοιμο επεξεργασμένο σχέδιο για κάτι τέτοιο ώστε να το θέσει άμεσα σε εφαρμογή. 

Δεν έχει σχέδιο, όχι επειδή δεν το σκέφτηκε ή δεν το έκρινε αναγκαίο, αλλά επειδή ήξερε (όπως εξάλλου και ΟΛΕΣ οι παρελθούσες κυβερνήσεις) ότι… δεν θα το χρειαζόταν. Διότι το πολιτικό κόστος και η άμεση πολιτική φθορά να τα βάλεις με αυτό το ισχυρό σκοτεινό λόμπυ είναι δυσβάσταχτα, οπότε η γενική στρατηγική υπακούει στο πάγιο νεοελληνικό δόγμα: ‘’Σιγά να μην αυτοκτονήσουμε πολιτικά για να βγάλουμε εμείς το φίδι από την τρύπα’’.

Αυτό συμβαίνει όχι επειδή είχαμε την ατυχή συγκυρία να έχουμε σήμερα την κακή κυβερνητική εκδοχή ενώ παραδίπλα αντιπολιτεύονται οι… καλές εκδοχές (γέλια…), αλλά επειδή το ύψος τού πήχη τής φιλοπάτριδος αξιοσύνης στην ελληνική πολιτική πραγματικότητα παραμένει εδώ και δεκαετίας ταπεινωμένο πολύ χαμηλά. Αυτό δυστυχώς είναι το ποιόν τής πολιτικής – οπορτουνιστική, διαχειριστική, κοντόθωρη, ανακυκλωτική – η οποία παράγεται στην Ελλάδα. Για την ακρίβεια, που παράγουμε ΕΜΕΙΣ οι Έλληνες. Με το ‘’εμείς’’ να εννοείται κυριολεκτικά: ‘’εμείς’’∙ και όχι οι ‘’άλλοι, οι υπόλοιποι’’.

Ασυζητητί λοιπόν η κοινωνία θα πρέπει να κρατήσει το ζήτημα πολιτικά ψηλά και επί μακρόν. Επί τής ουσίας του και με διαύγεια βούλησης και προθέσεων. Παραμένοντας οπωσδήποτε μακριά από τις ευτελώς φαιδρές μικροκομματικές ατζέντες που με τόση χυδαία θρασύτητα βλέπουμε να δεσπόζουν στη πολιτική μας ζωή. Χρειάζεται επειγόντως υπερκομματική πίεση και στήριξη για τον εξοσταρικσμό τής βίας από τη δημόσια ζωή, η οποία όμως ως πολιτισμικός πόρος καταφανώς δεν υπάρχει σε επάρκεια στον τόπο μας.

Για να ωριμάσει μία τέτοια πολιτική επίγνωση στην Ελλάδα, ως σκοπός και ως πίστη σε αυτόν τον σκοπό, απαιτείται μακρόχρονη διαδρομή. Διότι παράλληλα απαιτείται η ωρίμανση μίας ανοιχτόμυαλης και ειλικρινής πίστης σε κάτι άλλο πιο πρωτεύον:

Την άνευ προσχημάτων τελειωτική ΑΠΟΚΗΡΥΞΗ τής ΒΙΑΣ από θεμιτό μέσον κοινωνικής αλληλεπίδρασης και άσκησης πολιτικής.

Η ειλικρινής αποκήρυξη μοιάζει σήμερα με ουτοπία. Καθότι στη χώρα μας υπάρχει πολιτικό εκτροφείο τής βίας.

 —  Πολιτισμός

Πολιτισμός είναι εκείνη η κατάσταση όταν το άγριο ένστικτο εξημερώνεται και ανάγεται σε βιώσιμη έκφραση συλλογικών στοχεύσεων. Αν αυτή η διεργασία πάψει να συμβαίνει, το ζωώδες και χαμηλό ένστικτο ανακτά τον πρώιμο ρόλο του και κυβερνά με μηχανικό ασύνειδο τρόπο∙ ξαναγυρνάει πίσω και διαμορφώνει το περιβάλλον απουσίας πολιτισμού∙ δηλαδή τη ζούγκλα.

Σε μία τέτοια ενδιάμεση φάση πτώσης βρισκόμαστε. Το χαμηλό ένστικτο θρέφεται γινόμενο συστατικό τής συλλογικής ζωής. Πολιτικοί σχηματισμοί επενδύουν στην ενίσχυση τού χαμηλού πρωτόγονου ενστίκτου ως μέσον για την πολιτική τους επιβολή και απόκτηση επιρροής εξουσίας. Για εκείνους, δεν έχει σημασία αν αυτό αποκτηνώνει∙ σημασία έχει να συμφέρει το αποτέλεσμα τής αποκτήνωσης.

Σε κάποιο διεισδυτικό παρατηρητή των συλλογικών πραγμάτων γίνεται διακριτό ότι η σύγχρονη τάση είναι η κοινωνική συνοχή να διασκορπίζεται κατακερματιζόμενη σε πολλές μικρές ομάδες συμφερόντων. Πολλαπλές επιμέρους ομάδες των οποίων τα μέλη αποκτούν αίσθημα ξεχωριστής ταυτότητας αντιλαμβανόμενα τον κοινωνικό ιστό με κέντρο τον εαυτό τους. Συγκρούονται ανταγωνιστικά μεταξύ τους αλλά καί με τη θεσμική εξουσία, στη βάση αυτιστικών τους δικαιωματικών διεκδικήσεων, αδιαφορώντας για την συνεκτική κοινωνία.  Συντελείται έτσι μία επιστροφή στο σχήμα των αρχέγονων πολλαπλών ‘’φυλών’’ και ‘’φυλάρχων’’ σε μία νέας διάστασης ζούγκλα όπου η στυγνή βία δικαιολογείται ως μέσον επικράτησης τής ομάδας-φυλής. Ο αγγλικός όρος tribalism αποδίδει κατανοητά την υφή αυτού τού φαινομένου.  

Ένα φαινόμενο που γίνεται ευκόλως έκδηλο στα κοινωνικά δίκτυα όπου τα προσχήματα και τα φίλτρα καταργούνται καθώς βρισκόμαστε μεν εύκολα μια ανάσα κοντά αλλά όμως και απέναντι στον άλλον, τον άγνωστο, από όπου μπορούμε να του επιτεθούμε σφοδρά αλλά με ασφάλεια. Το αφήγημα τής ‘’ομάδας – φυλής’’ στην οποία ανήκουμε λειτουργεί απελευθερωτικά ως καταλύτης τής επιθετικότητας και τής εκτόνωσης μορφών μίσους για τον κάθε λογής αντίπαλο.

Η δημόσια σφαίρα βρίθει από εκδηλώσεις ενδοκοινωνικής βίας. Είναι πολύ δύσκολο να μη το δούμε. Κάθε λογής βίας: φανερής είτε συγκαλυμμένης, λεκτικής, εκφοβιστικής, συναισθηματικής, κτλ. Το διαπιστώνουμε εύκολα αν αναλογιζιστούμε τούς χιλιάδες συμπολίτες μας που λαχταρούσαν να δουν κρεμάλες στο Σύνταγμα και τη Βουλή να καίγεται, τη γνωστή καλλιτέχνιδα που… ευγενώς ευχόταν για μία μεγάλη άγρια αιματηρή και μη πολιτισμένη εξέγερση ή, την άλλη που οραματιζόταν ηγέτη να πάρουν μαζί τα βουνά να οργανώσουν συγκρουσιακή πάλη, τους κάθε λογής κουκουλοφόρους που με λοστάρια και ρόπαλα παράγουν τον δικό τους καταστροφικό ‘’πολιτισμό’’, το πρώην κόμμα των υμνητών τού Χίτλερ, τούς θερμούς υποστηρικτές των ισοβιτών δολοφόνων, το πολιτικό κόμμα που από την ασφάλεια των κοινοβουλευτικών εδράνων διακηρύσσει δικτατορίες προλεταρίων και εκτοπισμούς, τους βανδαλισμούς των… συλλογικοτήτων ‘’για πρωινή γυμναστική’’ στα Πανεπιστημιακά ιδρύματα και τον συνεχή ασφυξιογόνο στραγγαλισμό τής Παιδείας.

 Όλα αυτά και πολλά άλλα υπό το απαθές βλέμμα τής κοινωνίας. Η βία έχει εξελιχθεί σε αναπόσπαστο ‘’πολιτισμικό’’ κομμάτι τής ελληνικής πραγματικότητας.

Το δε παροιμιώδες σύνθημα ‘’ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν’’ των προσφάτων ετών, το οποίο μάλιστα είχε τόσο μεγάλη αφιλτράριστη αποδοχή ώστε εξέλεξε και Κυβέρνηση, φανερώνει το πώς τα χαμηλά ένστικτα τού κοινωνικού μας πρωτογονισμού έχουν αναδυθεί δυναμωμένα στην επιφάνεια∙ και πόσο επιρρεπής και συντονισμένη είναι εν τέλει η ελληνική ψυχή στη λατρεία τής εξολοθρευτικής βίας. Μικρή σημασία έχει το ότι η υποστήριξη στη βία εκφράζεται μερικώς συγκεκαλυμένα∙ σημασία έχει ότι εκφράζεται και υποβόσκουσα αναζητά συνεχώς εκτόνωση∙ ενώ μεγάλο τμήμα τής κοινωνίας την αποδέχεται και ένα άλλο, εξίσου μεγάλο, δεν δείχνει καν να ενοχλείται.

Η βία εκτρέφεται παντού, υποστηρίζεται από την πολιτική κάστα, από τον υπόκοσμο, από την καθημερινότητα πολλών ανθρώπων. Κατέληξε να είναι ζωντανό ‘’πολιτισμικό’’ κομμάτι τής ελληνικής πραγματικότητας. Γίνεται δε όλο και πιο χυδαία, αποκτά κτηνώδεις εκφάνσεις, ενώ παράλληλα ‘’νομιμοποιείται ηθικά’’ με φαύλο τρόπο εκλογικευόμενη και εξωραϊζόμενη παρουσιάζοντάς την ακόμη και σαν σύμβολο τής επιθυμίας για ειρήνη και ισότητα και σαν μέσον… επιβολής πολιτισμού.

Μόνο που Πολιτισμός είναι η απουσία ανάγκης βίας κατάσταση που δεν ‘’επιβάλλεται’’ -πόσω μάλλον βιαίως- αλλά μόνο αναδύεται. Πολιτισμός είναι ο κατευνασμός τού ενστίκτου, ο εξευγενισμός του και η διοχέτευση τής ενέργειάς του σε βιώσιμους στίβους προαγωγής τής ειρηνικής συλλογικής συνύπαρξης. Η βία δεν χωράει ως σχήμα σε αυτή τη διαδρομή∙ ούτε ως γενική έκφανση ενώ σε καμία περίπτωση ως μέσον∙ θα ήταν σχήμα οξύμωρο. 

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον ευδοκίμησης τής πολιτικά υποκινούμενης κοινωνικής βίας, σε ένα περιβάλλον που προάγει τη βίαιη αγελαία συμπεριφορά τής πρωτόγονης διαφυλετικής αναμέτρησης, δεν αποτελεί έκπληξη η σκαιότητα τού περιστατικού τής Θεσσαλονίκης. Όσο και αν σφυρίζουμε ψιλο-αδιάφορα ότι οι αιτίες μπορεί να είναι τάχα μόνο τοπικής τυχαιότητας. Το υπόστρωμα των αιτιών της μέσα στην κοινωνία μας είναι πολύ βαθύ, ενώ λιπαίνουμε τις ρίζες της καθημερινά μέσα στον τοξικά ευτελή πολιτικό μας στίβο∙ είτε σκοπίμως, ορισμένοι, είτε λόγω ατολμίας αδιαφορίας και εφαρμογή τού αναβλητικού δόγματος: ‘’έχει ο Θεός∙ όλα θα φτιάξουν (από μόνα τους… )’’. Μόνο που τίποτα δεν φτιάχνει έτσι.

_

Η στυγερή δολοφονία τής Θεσσαλονίκης είναι η μεγάλη μας ευκαιρία ως κοινωνία να ανοίξουμε τα μάτια μας να εξετάσουμε τα πράγματα στις βαθύτερες αιτίες τους. Και να ανοίξουμε επιτέλους με θάρρος το κεφάλαιο ‘’καλλιέργεια φθόνου μίσους και βίας, ως φαύλα συστατικά τής πολιτικής και κοινωνικής μας κουλτούρας’’.

Και να μη το κλείσουμε ποτέ αυτό το κεφάλαιο μέχρις ότου φτάσουμε να τα έχουμε θεραπεύσει.

Facebook Comments