Είχα ένα συμφοιτητή στη σχολή.. Ωραίο παιδί αλλά με ένα μεγάλο κουσούρι. Δεν πλενόταν. Μπάνιο ολόκληρος, ίσως μια φορά την εβδομάδα κι αν..
Διακριτικά στην αρχή, πιο “καρφωτικα” αργότερα, κοιτάξαμε όλοι τους λεκέδες του οξειδωμένου ιδρώτα στα φανελάκια και στις μπλούζες του, που αυτός νόμιζε, επειδή τις φορούσε για δεύτερη μέρα, ότι.. ήταν καθαρές.
Δεν αντεχόταν η βαριά μυρωδιά, μπόχα για την ακρίβεια. Ένας ένας την κάναμε κι αποφεύγαμε την παρέα του. Όταν ένας φίλος, του μίλησε και του είπε “Μεγάλε! Βρωμάς!” μας χαρακτήρισε ομαδικά ως παράξενους και.. ψηλομύτηδες
Έκτοτε, συχνά πυκνά, τον βλέπαμε να κατηφορίζει το Ναυαρίνο, μόνος, με το μαλλί κολλημένο από τη λιπαρότητα, πάντα με κοντομάνικα η στενά πουκάμισα, να διαγράφονται οι μύες, ενός ωραίου κορμιού, που στέναζε στα γήπεδα, αλλά έζεχνε…
Στην ορκωμοσία, ο Πρύτανης δίνοντας του το πτυχίο του είπε αρκετά δυνατά. “Παιδί μου, όταν μας εγκαταλείπουν όλοι, δε μπορεί, κάποιο λάθος έχουμε κάνει κι εμείς.” Σήμερα, ακούγοντας τον κ. Κασσελάκη, θυμήθηκα αυτή την ιστορία..
Facebook Comments