Όπως γνωρίζουμε για την ευρωζώνη το 2012 ήταν το έτος της λιτότητας. Το 2013 το έτος της αποτυχημένης μεγέθυνσης . Το 2014 μάλλον θα είναι, όπως δείχνουν οι περισσότερες αναλύσεις-εκτιμήσεις  το έτος της ενδυνάμωσης του ενιαίου νομίσματος, ευρώ.

Η αναγγελθείσα νομισματική πολιτική της Fed , σταδιακή μείωση της επεκτατικής νομισματικής πολιτικής (tapering) , αναμένεται να ενδυναμώσει την αξία του αμερικανικού νομίσματος στο προβλεπτό μέλλον.  To 2013 το αμερικανικό νόμισμα απώλεσε σε σχέση με το ευρώ το 4,4% της αξίας του γεγονός που συνετέλεσε στη μειωμένη απόδοση –σε ετήσια βάση- των δολαριακών αποταμιευτικών χρεογράφων  σταθερής απόδοσης . Η αναμενόμενη ενδυνάμωση του δολαρίου όπως δείχνουν όμως οι εκτιμήσεις δεν θα είναι τόσο ισχυρή ώστε να αντισταθμίσει την αναμενόμενη ενδυνάμωση του ευρώ.

Το ενισχυμένο ευρώ ( αλήθεια ποια είναι η πραγματική  ευθύνη της ΕΚΤ σε αυτή την εξέλιξη και ποια της γενικότερης ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής ; Επί της ουσίας το ερώτημα επικεντρώνεται στο κατά πόσον η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ έχει τη δυνατότητα να διαμορφώσει τους όρους συγκράτησης της ανόδου της αξίας του ευρωπαϊκού νομίσματος πρωταρχικά σε σχέση με το αμερικάνικο νόμισμα.) δημιουργεί έντονα προβλήματα στην καρδιά της οικονομικής πολιτικής την οποία έχει χαράξει και επιβάλλει η Γερμανία και η οποία συνίσταται στην αύξηση των εξαγωγών ως μοναδικού μέσου διεξόδου από την κρίση και μεγέθυνσης του ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Μια αντίφαση η οποία δημιουργεί εκρηκτικές καταστάσεις στην ευρωζώνη και οι οποίες αναμένεται να οξυνθούν το 2014.

Η ερμηνεία που δίνεται από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο,  για τα «επιτυχημένα»  αποτελέσματα στα εξωτερικά ισοζύγια των περιφερειακών χωρών , Ισπανίας, Πορτογαλίας και Ελλάδος δεν ανταποκρίνεται στην «οικονομική αλήθεια». Στην πραγματικότητα στη συγκυριακή προσαρμογή βασίζεται στην κατάρρευση της εγχώριας ζήτησης (εισαγωγές) λόγω της πολιτικής λιτότητας και στη δραματική μείωση του κόστους εργασίας η οποία διατήρησε συγκυριακά το επίπεδο των εξαγωγών. Δυστυχώς δεν παρατηρήθηκε καμία προσπάθεια προσαρμογής από τη μεριά των πλεονασματικών χωρών και κυρίως της Γερμανίας. Μάλιστα το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας παρουσίασε αυξημένο πλεόνασμα ύψους 21,6 δις ευρώ το Νοέμβριο (2013) , έναντι πλεονάσματος 19,1 δις ευρώ το μήνα Οκτώβριο του ιδίου έτους, για να κλείσει περίπου στα 260 δις δολάρια ή 7,3% του ΑΕΠ το 2013[1] καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση παγκοσμίως.

Το παράδοξο είναι ότι συνολικά η ευρωζώνη εμφανίζεται να παράγει πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Συγκεκριμένα το πλεόνασμα φθάνει στο 2,5% του ΑΕΠ της ευρωζώνης. Το γεγονός αυτό συνδράμει σημαντικά  στην περαιτέρω ενδυνάμωση της αξίας του ευρώ λόγω της αυξημένης ζήτησης του ενιαίου νομίσματος. Μπορεί να διατηρηθεί αυτό το πλεόνασμα σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο όταν στο εσωτερικό της ευρωζώνης  τα αποτελέσματα αυτού του πλεονάσματος προκαλούν ασφυξία στις οικονομίες των χωρών μελών και μάλιστα στη Δεύτερη και Τρίτη  σε μέγεθος ευρωπαϊκή οικονομία;

Επίσης η ύπαρξη αυτού του πλεονάσματος προκαλεί δύο αρνητικά αποτελέσματα : πρώτον, ενδυναμώνει τις αντιπληθωριστικές τάσεις στην ευρωπαϊκή οικονομία λόγω της μείωσης της αξίας των εισαγωγών και δεύτερον, δυσκολεύει τις εξαγωγές . Όμως τα αρνητικά αυτά αποτελέσματα επιδρούν διαφορετικά στις χώρες μέλη.    

Το πρόβλημα του ακριβού ευρώ επιδρά διαφορετικά τις διάφορες χώρες της ένωσης. Αυτό είναι πλέον γνωστό. Μάλιστα μια τελευταία μελέτη της Deutsche Bank προσδιορίζει ποιο είναι το επιτρεπτό ανώτερο όριο της ισοτιμίας του ευρώ με το δολάριο με βάση την παγκόσμια ζήτηση,  για τις  μεγάλες  οικονομικά χώρες της ευρωζώνης , πέρα από το οποίο υπάρχουν ευθέως αρνητικές επιδράσεις στην οικονομία των χωρών αυτών. Σύμφωνα με τη μελέτη  αν η παγκόσμια ζήτηση μεγεθύνεται με 4,2% όπως το τελευταίο τρίμηνο του 2013 , τότε η ισοτιμία η οποία θα διατηρήσει τη συνολική ανταγωνιστικότητα της ευρωζώνης είναι 1,37 δολάρια. Όμως  η γερμανική οικονομία μπορεί να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά της και με ισοτιμία 1,79 δολάρια. Επίσης αυτό ισχύει για την ισπανική οικονομία με όριο το 1,87 δολάρια. Όμως για τη Γαλλία το όριο είναι 1,24 δολάρια και για την Ιταλία 1,17 δολάρια.

Βλέπουμε λοιπόν , με την παραδοχή των αποτελεσμάτων της συγκεκριμένης μελέτης ότι υπάρχει μεγάλο πρόβλημα για την Δεύτερη και Τρίτη ευρωπαϊκή  οικονομία της ευρωζώνης και όχι μόνο στις οικονομίες του νότου όπως ισχυρίζεται το γερμανικό ινστιτούτο  IFO στην προαναφερόμενη μελέτη . Πως θα αντιδράσουν οι χώρες αυτές στην αναμενόμενη αύξηση της αξίας του ευρώ το 2014 και στην ακολουθούμενη πολιτική που έχει επιβάλλει η Γερμανία;  Υπάρχει απάντηση  η οποία  βραχυχρονίως και στο προβλεπτό χρονικό διάστημα να είναι αποτελεσματική ως προς την συγκράτηση της ανοδικής πορείας του ενιαίου νομίσματος ;

Μπορεί λόγου χάρη μια νομισματική πολιτική περισσότερο επεκτατική και διευκολυντική , εκ μέρους της ΕΚΤ, να έχει το ζητούμενο αποτέλεσμα; Δηλαδή  Όπως είναι γνωστό τα λεγόμενα  συμβατικά νομισματικά εργαλεία πλέον βρίσκονται κοντά σε μηδενικό σημείο. Καθώς ο νομισματικός μηχανισμός μετάδοσης έχει διαρραγεί, βρισκόμαστε  άραγε σε μία κατάσταση κατά την οποία τα λεγόμενα  αντισυμβατικά νομισματικά μέσα (ποσοτική χαλάρωση) θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου; Θεωρητικά η νομισματική πολιτική θα μπορούσε  μέσω της επιδίωξης πληθωριστικών πιέσεων ικανών να επιβαρύνουν την πραγματική ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για μείωση των πλεονασμάτων του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.

 Νομίζω όμως πως μια τέτοια πολιτική δεν μπορεί να τεθεί σε εφαρμογή .

Πρώτον για λόγους απόλυτης άρνησης της Γερμανίας να συμφωνήσει σε μια τέτοια πολιτική. Δεύτερον επειδή η αποτελεσματικότητα  της νομισματικής πολιτικής όσον  αφορά σε αυτό το θέμα το ζήτημα είναι πολύ χαμηλή. Τρίτον επειδή η κοινή νομισματική πολιτική θα έχει όμοιες επιδράσεις στις χώρες μέλη κάτι που δεν είναι επιθυμητό.

 Η Γερμανία θα πρέπει να μεταβάλει οικονομική πολιτική η οποία θα επιτρέπει την εξασθένιση του ευρώ μέσω της μείωσης των πλεονασμάτων του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της και αυτό μπορεί να συμβεί πρωτίστως με την χρήση της δημοσιονομικής της πολιτικής , δηλαδή την αύξηση της εγχώριας ζήτησης.   

Όμως κάτι τέτοιο δεν αντιμετωπίζεται ως πιθανή λύση από την γερμανική ηγεσία. Μάλιστα ο πρόεδρος του ινστιτούτου IFO Ζιν , υπεραμύνεται της διατήρησης και της αύξησης του πλεονάσματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας διότι έτσι μόνο αυτό μπορεί να χορηγηθεί ως βοήθεια στις υπόλοιπες χώρες της ευρωζώνης οι οποίες το έχουν ανάγκη. Ο φεουδάρχης συλλέγει το πλεόνασμα και το χορηγεί με το αζημίωτο στους δουλοπάροικους κατά το δοκούν.

 


[1] IFO  Institute, Germany is World Champion in Capital Export, http://www.cesifo-group.de/ifoHome/presse/Pressemitteilungen/Pressemitteilungen-Archiv/2014/Q1/pm_20141014-Kapitalexport.html

 

Facebook Comments