Στην Ελλάδα, έχουμε μια φοβερή αποστροφή για θέματα πρόληψης κυρίως επειδή αυτή απαιτεί μακρόπνοο, επιστημονικό σχεδιασμό, με αποτελέσματα που δεν είναι άμεσα ορατά ή δεν μπορούν να κάνουν ψηφοθηρική απόσβεση για τα κόμματα, στον πολιτικό χρόνο που αυτά θα επιθυμούσαν.
Η πρόληψη δεν έχει τίποτα το θεαματικό για τα μήντια, ζητάει τη σοβαρότητα και την διεπιστημονική μας προσέγγιση στα πράγματα και επηρεάζει τα βάθη του τρόπου ζωής και των αποφάσεων που παίρνουμε για τη διαμόρφωση των συνθηκών της ζωής μας.
Πολλές φορές, όταν ένα κοινωνικό πρόβλημα «σκάσει» σαν βόμβα στην καθημερινότητα μας, συζητάμε γι’ αυτό σαν να πρόκειται για μεμονωμένο περιστατικό που μπορεί να επουλωθεί με λύσεις-τσιρότα ενώ εθελοτυφλούμε απέναντι στην ζοφερή πραγματικότητα: απέναντι δηλαδή στο γεγονός ότι το πρόβλημα που βλέπουμε αυτή τη στιγμή, είναι το σύμπτωμα μιας βαθύτερης απουσίας.
Επιπλέον, σπεύδουμε να κάνουμε δηλώσεις και να προτείνουμε επιδερμικές λύσεις που καταλήγουν να αποτυγχάνουν να θεραπεύσουν αφού δεν εξαφανίζουν τους λόγους από τους οποίους εξαρχής το πρόβλημα κατασκευάστηκε.
Η πρόληψη ωστόσο, ως τομεοποιημένος σχεδιασμός ανάπτυξης των κοινοτήτων μας, ξεκινάει καταρχάς από το άτομο, την ομάδα τη γειτονιά – χρησιμοποιεί δημιουργικά τις δομές και τις υπηρεσίες που ήδη υπάρχουν στην κοινότητα, μετατρέποντας τα σε μηχανισμούς εξυγίανσης των παραμέτρων που επηρεάζουν αρνητικά τους πληθυσμούς.
Επιπλέον, ο σχεδιασμός για την πρόληψη σε θέματα υγείας, είναι ένας σχεδιασμός συμμετοχής στην οικονομική ανάπτυξη του τόπου και προαγωγής πολιτικών ισότητας και συμπερίληψης, αφού λαμβάνει υπόψη όλους τους γεωγραφικούς, οικονομικοκοινωνικούς, ψυχολογικούς και ηλικιακούς παράγοντες που μας ωθούν σε αποφάσεις και ενέργειες υιοθέτησης υγιεινών προτύπων, σε κάθε εποχή και υπό οποιαδήποτε συνθήκη. Πρόκειται δηλαδή για τη σταδιακή συγγραφή μιας εγκυκλοπαίδειας ζωής και την καταγραφή των συνθηκών διαβίωσης, που δεν έχουμε την πολυτέλεια να αγνοήσουμε.
Ο 21ος αιώνας έχει πολλά χρόνια τώρα καταλήξει να ονομάζεται «ο αιώνας των πόλεων», τόσο εξαιτίας της συσσώρευσης μεγάλης μερίδας του πληθυσμού στα αστικά κέντρα όσο και εξαιτίας της τουριστικής επισκεψιμότητας που στρέφει το ενδιαφέρον μας σε θέματα με τα οποία δεν είχαμε αναλυτικά ασχοληθεί στο παρελθόν, μερικά από τα οποία είναι η περιβαλλοντική εικόνα των πόλεων και την επακόλουθη επιβάρυνση της υγείας μας εξαιτίας των καταχρήσεων των πόρων, του θορύβου στο κέντρο, της κακής ποιότητας του αέρα, του άναρχου σχεδιασμού και των προβλημάτων που προκύπτουν στη διαχείριση των αποβλήτων. Αυτά όλα υπάγονται στην ομπρέλα που ονομάζεται Δημόσια Υγεία και ο προληπτικός σχεδιασμός για την ανάσχεση της φθοράς, αποτελεί μονόδρομο. Συνεπώς, το ερώτημα δεν είναι αν μπορούν ή πρέπει οι πόλεις να κάνουν πρόληψη αλλά το πότε ξεκινάμε – και η ώρα είναι τώρα.
* Η Δέσποινα Λιμνιωτάκη είναι Κοινωνική Ψυχολόγος και Εντεταλμένη Σύμβουλος στον τομέα Δημόσιας Υγείας και Δημοτικών Ιατρείων, με ευθύνη την εποπτεία και των συντονισμό των δράσεων του Τμήματος Προληπτικής Ιατρικής και Προαγωγής της Υγείας, για τον Δήμο Αθηναίων.
Facebook Comments