Σημαντικές πιθανότητες να ξεχωρίσει και το 2023 το ελληνικό Χρηματιστήριο δίνουν εγχώριοι και ξένοι αναλυτές, έπειτα από τις άμυνες και την ανθεκτικότητα που εδειξε το 2022, με το Χ.Α να είναι από τις λίγες αγορές που κατέγραψαν κέρδη σε ένα από τα χειρότερα έτη για τις διεθνείς αγορές την τελευταία δεκαετία.
Το 2022 Γενικός Δείκτης στάθηκε όρθιος, καταγράφοντας κέρδη 4%, έναντι των σφοδρών απωλειών άνω του 20-30% που σημείωσαν βασικοί αμερικάνικοι και ευρωπαϊκοί δείκτες, χάρη στην υπεραπόδοση της ελληνικής οικονομίας, τα πολύ καλά οικονομικά μεγέθη των εισηγμένων – με το 2022 να οδεύει στο να αποτελέσει χρονιά ρεκόρ για τη λειτουργική κερδοφορία, και τις «καθαρές» ελληνικές τράπεζες οι οποίες στρέφουν το επίκεντρό τους στην κερδοφορία και μακριά από το βάρος των NPEs.
Το νέο έτος ξεκίνησε θετικά για τις διεθνείς αγορές καθώς και για το Χ.Α ειδικότερα – με τον Γενικό Δείκτη να κινείται σε υψηλά 12μηνου και να έχει επιστρέψει σε επίπεδα πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, τη στιγμή που το περιβάλλον για την παγκόσμια οικονομία παραμένει δύσκολο: ο πόλεμος συνεχίζεται, τα ενεργειακό πρόβλημα δεν έχει επιλυθεί παρά την πτώση των τιμών της ενέργειας, ενώ ο πληθωρισμός συντηρείται σε υψηλά επίπεδα ωθώντας τις κεντρικές τράπεζες να συνεχίζουν την επιθετική τους στάση. Η Ελλάδα έχει έναν πρόσθετο παράγοντα αστάθειας, που είναι η εκλογική διαδικασία η οποία μπορεί να είναι χρονοβόρα, θολώντας την ορατότητα των επενδυτών.
Ωστόσο, αν και η επιβράδυνση της ανάπτυξης της Ελλάδας είναι βέβαιη το 2023, εκτιμάται πως θα είναι από εκείνες τις οικονομίες που θα αποφύγουν την ύφεση, σημειώνοντας μία από τις καλύτερες επιδόσεις στην ευρωζώνη. Παράλληλα, η επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας θεωρείται ένας απόλυτα ρεαλιστικός στόχος, ενώ οι αυξημένες εισροές από το Ταμείο Ανάπτυξης θα στηρίξουν τις επενδύσεις. Αυτά αναμένεται να καταστήσουν το ελληνικό χρηματιστήριο πόλο έλξης για τους επενδυτές.
Αυτό το επιβεβαίωσαν άλλωστε και οι πρώτες εκθέσεις του 2023 των διεθνών οίκων για τις ελληνικές μετοχές. Το βλέμμα των επενδυτών παραμένει στον τραπεζικό κλάδο, ο οποίος και έχει αποτελέσει τον πρωταγωνιστή των επιδόσεων του Χ.Α, λόγω και των εξελίξεων με την έγκριση από το ΤΧΣ της διαδικασίας αποεπένδυσής του από τις συστημικές τράπεζες. Όπως σημείωσε η Morgan Stanley, μπορεί βραχυπρόθεσμα να ασκηθούν πιέσεις στις τιμές των μετοχών τους λόγω της υπερπροσφοράς που θα δημιουργηθεί στην αγορά από την αποεπένδυση, ωστόσο στη συνέχεια θα βοηθήσει στην ενίσχυση της ρευστότητας του κλάδου αλλά και του ελληνικού χρηματιστηρίου.
Σε νέες τους εκθέσεις, οι HSBC και Wood εμφανίστηκαν ιδιαίτερα θετικές για τις ελληνικές μετοχές το 2023, με στήριξη από την ανθεκτικότητα και τις καλές προοπτικές της ελληνική οικονομίας, καθώς και τις επιδόσεις του τραπεζικού κλάδου.
Κατά την HSBC η Ελλάδα είναι μια φθηνή αγορά μακροπρόθεσμα που στηρίζεται στην εγχώρια ζήτηση και έτσι διατηρεί την θετική της στάση στις ελληνικές μετοχές. Μετά από μια μακρά ύφεση, οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης είναι ελπιδοφόρες, όπως τόνισε, ενώ οι αποτιμήσεις των ελληνικών μετοχών είναι ελκυστικές, με τις τράπεζες ναι παραμένουν στο επίκεντρο του ελληνικού story.
Από την πλευρά της και η Wood σημείωσε πως παραμένει θετική για τις ελληνικές μετοχές και αναμένει ότι η υπεραπόδοση θα συνεχιστεί, λόγω της ανάκαμψης των ελληνικών τραπεζών και της ισχυρής βελτίωσης της κερδοφορίας στον μη χρηματοπιστωτικό κλάδο. Σε ότι αφορά τους κινδύνους για τις προοπτικές του Χ.Α, σε αυτούς τοποθετεί την αστάθεια που θα μπορούσε να δημιουργηθεί από τις εκλογές, την αποεπένδυση του ΤΧΣ από τις τράπεζες η οποία μπορεί να προκαλέσει κύμα διάθεσης μετοχών στην αγορά ασκώντας έτσι πιέσεις στις τιμές τους (αν και μακροπρόθεσμα θα αποτελέσει και κατά την ίδια θετικό παράγοντα) και τους παγκόσμιους μακροοικονομικούς κινδύνους που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τον τουρισμό και τις επενδύσεις.
Θετικές είναι και οι εκτιμήσεις των αναλυτών για τα ελληνικά ομόλογα. Όπως τόνισε η Barclays, με βάση τα ευνοϊκά χαρακτηριστικά του ελληνικού χρέους και της δομής χρηματοδότησης, όπως τα άφθονα ταμειακά αποθέματα, τις χαμηλές χρηματοδοτικές ανάγκες, τη μεγάλη διάρκεια του χρέους με χαμηλά σταθερά επιτόκια – τη στιγμή που μεγαλύτερο μέρος του χρέους οφείλεται στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, η αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα από τουλάχιστον έναν οίκο αξιολόγησης θεωρείται ότι έχει ήδη καθυστερήσει πολύ, όπως εκτιμά. Η επίτευξη αυτού του ορόσημου θα οδηγήσει στην ενίσχυση των τοποθετήσεων από θεσμικούς επενδυτές στα ελληνικά ομόλογα τα οποία κατά την Barclays, σύντομα θα διαπραγματεύονται σε ίδια επίπεδα με τα πορτογαλικά, ενώ μάλιστα τονίζει πως τα μακροπρόθεσμα ελληνικά κρατικά ομόλογα φαίνονται φθηνά.
Όπως σημειώνει ο Ηλίας Ζαχαράκης της Fast Finance, το σημαντικό είναι ότι πλέον η αγορά έχει επιχειρηματικά νέα καθημερινά, ενώ σημαντικές αυξήσεις κεφαλαίου, τόσο σε μεγάλες όσο και σε μικρές εταιρείες, δείχνουν ότι το ενδιαφέρον είναι συνεχώς αυξανόμενο για το μέλλον. «Καλώς ή κακώς οι επενδυτές έρχονται συνήθως όταν η αγορά ανεβαίνει», σημειώνει χαρακτηριστικά. Η ελληνική αγορά, τουλάχιστον στο εσωτερικό της, είχε το μεγαλύτερο ενδιαφέρον το 2013 όπου και κορύφωσε στις 1.390 μονάδες. Έκτοτε είχαμε μικρότερες εισροές στις ΑΜΚ των τραπεζών το 2016 και τέλος το προεκλογικό 2019 όταν κάποια κεφάλαια τοποθετήθηκαν περιμένοντας σημαντική άνοδο. Η ορμή όμως ανακόπηκε από την πανδημία αλλά και τον πόλεμο.
Παρόλα αυτά ο Γενικός Δείκτης δεν αντικατοπτρίζει το τι έχει συμβεί σε αρκετές περιπτώσεις εταιρειών μιας και κάποιες έχουν καταγράψει ακόμα και ιστορικά υψηλά ή σημαντικές αποδόσεις από τότε. Όλο αυτό το διάστημα έντεχνα ξένοι θεσμικοί αύξησαν θέσεις επιλεκτικά σε αρκετές εταιρίες, με το Χ.Α να έχει καταφέρει να δείξει μία τελείως διαφορετική εικόνα σε σχέση με την πτώση των ξένων κάτι που μαρτυρά ότι έχει κάτι να περιμένει στο άμεσο μέλλον.
Από την πλευρά του ο Δημήτρης Τζάνας της Κύκλος Χρηματιστηριακή σημειώνει πως, με οδηγό τον τραπεζικό κλάδο, που αναμένεται να σημειώσει βελτιωμένες επιδόσεις στη λειτουργική κερδοφορία του το 2023, το Χ.Α καταγράφει μόνο θετικές επιδόσεις στις πρώτες συνεδριάσεις του νέου έτους. Η υπέρβαση των 950 μονάδων οδηγεί στην αναμέτρηση με την περιοχή των 971-973 μονάδων όπου στις 11 Φεβρουαρίου 2022 είχε καταγραφεί η υψηλότερη περσινή επίδοση, όπως επισημαίνει. Τα συναλλακτικά δεδομένα ωστόσο, δεν ευνοούν την άμεση ευόδωση του εγχειρήματος καθώς ο τριψήφιος τζίρος συντελείται μόνο με τη βοήθεια πακέτων, πάντως η διατήρηση θετικής ψυχολογίας μπορεί να οδηγήσει στην επίτευξη του στόχου στο εγγύς μέλλον.
<!– important to use
Facebook Comments